ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΥΜΒΟΛΗΣ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΟ 6ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ

ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΥΜΒΟΛΗΣ ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΟ 6ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το 6ο συνέδριο του ΣΥΝ πραγματοποιείται μέσα σε έκτακτες συνθήκες που δημιουργεί  η οικονομική κρίση. Η έκταση και το βάθος αυτής της κρίσης διαμορφώνουν νέα δεδομένα, ανατρέπουν τους όρους άσκησης της πολιτικής και της ταξικής πάλης, θέτουν νέα καθήκοντα  στην ριζοσπαστική Αριστερά.

Προβάλει επείγουσα η ανάγκη ιδεολογικής, πολιτικής και οργανωτικής ανασύνταξης του κόμματος και του ΣΥΡΙΖΑ, της κινηματικής αναβάπτισής τους ώστε να παίξουν έναν πρωτοπόρο ρόλο στις νέες συνθήκες να εκφράσουν τα συμφέροντα, τις ανάγκες και τις αγωνίες των εργαζομένων, της νεολαίας, των πιο ευάλωτων στρωμάτων, όλων εκείνων που ισοπεδώνονται από τις δραματικές συνέπειες της κρίσης.

Είναι επιτακτική η αναγκαιότητα το κόμμα να βαθύνει και να ολοκληρώσει  τη αριστερή στροφή  που ξεκίνησε  πριν μερικά χρόνια,  να  ενισχύσει τις ιδεολογικές  και ταξικές του αναφορές. Η γιγάντια προσπάθεια ανασυγκρότησης του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού  σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο  με όρους  σύνθλιψης του  εισοδήματος  και των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης  αλλά και με σοβαρές επιπτώσεις στα μεσαία στρώματα, θα οδηγήσει σε μεγάλες συγκρούσεις, αλλά  και σε  εντεινόμενο αυταρχισμό  των μηχανισμών οικονομικής και πολιτικής εξουσίας του κεφαλαίου. Η Αριστερά, τα συνδικάτα, τα κινήματα  πρέπει να υψώσουν αντίστοιχα σε εθνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο  τα δικά τους φράγματα αντίστασης,  να προβάλλουν  τις δικές τους προοδευτικές  λύσεις.

Ο ρόλος της ριζοσπαστικής Αριστεράς δυνητικά αναβαθμίζεται εφ’ όσον η ίδια  αποκτήσει την ικανότητα να δώσει πολιτική διέξοδο στις αντιστάσεις του κόσμου  της εργασίας  οι οποίες  πρέπει να είναι  μαζικές συγκρουσιακές και συγκροτημένες και όχι τυφλές και χαοτικές,  εφ’ όσον ακυρώσει τον φόβο και την ανασφάλεια που γεννά η κρίση, εφόσον εκτοπίσει την συντηρητική αναδίπλωση και διευρύνει τον ριζοσπαστισμό, φαινόμενα  που αμφότερα γεννά η κρίση.

Στη χώρα μας η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ανέλαβε το χρέος της εφαρμογής του πιο σκληρού, ταξικού και αντιλαϊκού οικονομικού προγράμματος των τελευταίων δεκαετιών, με συναπόφαση της ευρωπαϊκής οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας, ενώ στον ορίζοντα υπάρχουν ακόμη χειρότερα μέτρα για τους εργαζόμενους και δεινά για την χώρα. Με αυτή την επιλογή της πέταξε στο καλάθι των αχρήστων  προεκλογικές της εξαγγελίες, ενσωματώθηκε με μεγάλη ευκολία στο πιο σκληρό νεοφιλελεύθερο μοντέλο και επιχειρεί να δικαιολογήσει με επικοινωνιακούς όρους  την αντεργατική της στάση.

Με πλήρη αξιοποίηση του φόβου των πολιτών για τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος διαμορφώνεται ένα τόξο συναίνεσης και εθνικής συνεννόησης με βάση τα κόμματα του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΛΑΟΣ με αμέριστη συνδρομή των «βαρόνων»  των Μ.Μ.Ε., που επιχειρούν ανενδοίαστα να δώσουν διάσταση πατριωτικής συσπείρωσης στην προσπάθεια εφαρμογής της αντεργατικής πολιτικής, να δώσουν οικουμενικό χαραχτήρα αναγκαιότητας σε μια σκληρά ταξική πολιτική.

Η Αριστερά οφείλει  να αποκαλύψει  τις τεράστιες ευθύνες του δικομματισμού  για τις πολιτικές που ασκήθηκαν την τελευταία εικοσαετία και το πλήρες αδιέξοδο των σημερινών πολιτικών, να δώσει φερέγγυα εναλλακτική διέξοδο στην κρίση, χτυπώντας τις βαθύτερες αιτίες που τη γέννησαν.

Στις σημερινές συνθήκες καθοριστική σημασία έχουν :

  • Η ανάπτυξη ενός μαχητικού, μαζικού ενωτικού κινήματος  με  πρωταγωνιστικό ρόλο του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και στόχο την ανατροπή  της κυβερνητικής πολιτικής.
  • Η διαμόρφωση ενός κοινού πλαισίου στόχων για την κοινή δράση της  πολύχρωμης Αριστεράς ,η οποία με αυτό τον τρόπο μπορεί να δημιουργήσει το αντίπαλο δέος  και την εναλλακτική  πρόταση.
  • Η  δημιουργία  των προϋποθέσεων  για την συγκρότηση ενός μεγάλου πολιτικού και ταξικού κοινωνικού μετώπου που θα θέτει την ανάγκη μεγάλων προοδευτικών και ριζοσπαστικών αλλαγών.
  • Η τοποθέτηση με σύγχρονους όρους στρατηγικών διλημμάτων που  αντιπαλεύουν την προσπάθεια ανασυγκρότησης του καπιταλισμού, προωθούν αλλαγές του συστήματος με ορίζοντα τη σοσιαλιστική προοπτική.

Στην πορεία προς το συνέδριο πρέπει να συνειδητοποιηθεί  ότι το κόμμα και η ριζοσπαστική Αριστερά  για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στον ρόλο τους στις σημερινές συνθήκες πρέπει να προχωρήσουν σε ριζικές αλλαγές στον συνολικό τρόπο λειτουργίας τους,  που θα τους επιτρέψουν να κατακτήσουν την ηγεμονία ενός μεγάλου εργατικού-λαϊκού κινήματος για την ήττα του δικομματισμού και του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και μια προοδευτική και σοσιαλιστική διέξοδο από την κρίση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

  1. 1. Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Η μεγάλη διεθνής καπιταλιστική κρίση δεν «αιφνιδίασε» μόνο τις κυρίαρχες διεθνείς πολιτικές και οικονομικές ελίτ, αλλά ίσως και τις περισσότερες, δυνάμεις της παγκόσμιας Αριστεράς, οι οποίες προσπαθούν να ανακτήσουν  τον βηματισμό τους και να παρέμβουν στις εξελίξεις.

Η Αριστερά στη χώρα μας, αιφνιδιάστηκε, επίσης, σε μεγάλο βαθμό από το ξέσπασμα της κρίσης, ενώ και όταν αυτή εκδηλώθηκε δεν αντιστοιχήθηκε η πρακτική της με το βάθος της. Η μη αξιοποίηση και συχνά εγκατάλειψη των εργαλείων του δημιουργικού μαρξισμού δυσχεραίνει αφάνταστα την κριτική θεωρητική και πολιτική σκέψη, ανάλυση και προετοιμασία της Αριστεράς για να βλέπει τις κυοφορούμενες εξελίξεις και πολύ περισσότερο για να αποκτά  την ετοιμότητα να τις αντιμετωπίσει.

Ο ΣΥΝ οφείλει έστω και τώρα να συνειδητοποιήσει πληρέστερα και βαθύτερα τις συγκλονιστικές συνέπειες και προεκτάσεις της παρούσας διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης. Το Έκτακτο Συνέδριο είναι μια ευκαιρία να συζητήσουμε σε βάθος και να αντλήσουμε κρίσιμα, επίκαιρα συμπεράσματα για την στρατηγική και τη δράση μας στη χώρα μας, την περιοχή μας, την Ευρώπη και τον κόσμο.

Η διεθνής οικονομική κρίση όσο και η κρίση στην Ελλάδα, θέτουν υπό επανεξέταση και πιθανά ριζοσπαστική τροποποίηση όλα σχεδόν τα ζητήματα στρατηγικής, λειτουργίας, προσανατολισμού και δράσης του κόμματος.

Η διεθνής κρίση επαναφέρει στο προσκήνιο την επικαιρότητα του επαναστατικού μαρξισμού ως αναντικατάστατου εργαλείου όχι μόνο ανάλυσης των σύγχρονων εξελίξεων  του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά και ως πρωτοποριακού εφοδίου για την επαναστατική αλλαγή των κοινωνιών και του κόσμου.

Η διεθνής καπιταλιστική κρίση, η οποία ξεκίνησε το 2007 από τις ΗΠΑ και έκτοτε βρίσκεται σε εξέλιξη, αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες στην ιστορία του καπιταλισμού και μπορεί να αποδειχθεί πολύ μεγαλύτερη από την κρίση του ’29, με πολύ ευρύτερες και ίσως τραγικότερες συνέπειες για την ανθρωπότητα.

Η παρούσα διεθνής οικονομική κρίση, είναι πολύ πιο βαθιά και σύνθετη από όλες τις προηγούμενες αφού εκδιπλώνεται σε όλους τους οικονομικούς και κοινωνικούς τομείς, παίρνει καθολικό χαρακτήρα και συνδυάζεται με μια βαθιά κρίση κλιματικών αλλαγών, κρίση ενεργειακή, κρίση πρώτων υλών και κρίση διατροφική, οι οποίες έχουν τις ίδιες ή παρεμφερείς γενεσιουργές αιτίες, ενώ θέτουν σε νέα βάση τις προοπτικές και το περιεχόμενο του κοινωνικού μετασχηματισμού και του σοσιαλισμού της εποχής μας.

Η παρούσα σύνθετη καπιταλιστική κρίση επιβεβαιώνει και οριστικοποιεί τη χρεοκοπία δομών και προσανατολισμών του σύγχρονου καπιταλιστικού κόσμου και της Ε.Ε. Θέτει υπό αμφισβήτηση την κυριαρχία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και αναδεικνύει την παταγώδη αποτυχία της Ε.Ε. Η κρίση αυτή θα αλλάξει συθέμελα την εικόνα και την πορεία του πλανήτη και της Ευρώπης. Τίποτα, σχεδόν, δεν θα μείνει όπως πριν.

Το  μεγάλο  διακύβευμα, η πρόκληση και το κρίσιμο πεδίο ιδεολογικής, πολιτικής, κοινωνικής και ταξικής αναμέτρησης είναι προς  ποια κατεύθυνση  θα  κινηθούν  αυτές οι αλλαγές.

Το σύγχρονο δίλημμα είναι:

Ή μια νέα επαναστατική ριζοσπαστική Αριστερά θα μπορέσει να κατακτήσει την πρωτοπορία και την ηγεμονία για να ανοίξει νέους ιστορικούς σοσιαλιστικούς δρόμους για τον πλανήτη ή ο κόσμος κάτω από την κυριαρχία των πιο τυφλών καπιταλιστικών δυνάμεων θα κυλήσει σε νεοσυντηρητικούς χειμώνες, σε κοινωνική και αξιακή εξαχρείωση,  σε μια νέα βαρβαρότητα ή  ακόμη  σε νέους περιφερειακούς  ή και σε γενικευμένους πολέμους.

Δεν υπάρχει μέλλον για τις προοδευτικές και σοσιαλιστικές  ιδέες έξω από την πιο συνεκτική και ουσιαστική διεθνή συνεργασία όλων των αριστερών δυνάμεων που μάχονται τον καπιταλισμό και τον σύγχρονο ιμπεριαλισμό.

Επιτακτική είναι  η ανάγκη διηπειρωτικής συνεργασίας και κοινής δράσης της Αριστεράς με τη διαμόρφωση κοινών πλανητικών στόχων και αιτημάτων και νέων μορφών συντονισμού σε διεθνές επίπεδο. Το ΚΕΑ μαζί με την λατινοαμερικάνικη Αριστερά και άλλες αριστερές δυνάμεις στον κόσμο, πρέπει να συμβάλλει στη δημιουργία ενός φόρουμ  διεθνούς συνεργασίας και δράσης της Αριστεράς.

Η Αριστερά στη χώρα μας και ειδικότερα ο ΣΥΝ οφείλει να αναβαθμίσει μια παγκόσμια επαναστατική της οπτική, να ανακαλύψει εκ νέου τη μάχη κατά του ιμπεριαλισμού και να προωθήσει ένα νέο αυθεντικό διεθνισμό για διεθνή αποτελεσματική πολιτική και κινηματική δράση, χωρίς γεωγραφικές περιχαρακώσεις και αγκυλώσεις.

Η υποχώρηση του διεθνούς κινήματος κατά της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε αναδίπλωση, αλλά αντίθετα να μας προβληματίσει για ένα νέο παγκόσμιο κίνημα με πιο ισχυρές και συνεκτικές ταξικές, οικολογικές, δημοκρατικές, αντιιμπεριαλιστικές και αντικαπιταλιστικές βάσεις. Ένα νέο κίνημα των πέντε ηπείρων κατά των ΗΠΑ ως ηγεμονικής δύναμης στην τριάδα ΗΠΑ-Ε.Ε.- Ιαπωνία, κατά του ιμπεριαλισμού και του καπιταλισμού, για την πολιτική και κοινωνική απελευθέρωση των λαών του δεύτερου και τρίτου  κόσμου, για ένα πιο δίκαιο και ειρηνικό κόσμο, για την πρόοδο, τη δημοκρατία και το σοσιαλισμό.

  1. 2. Ο ΙΔΙΟΣ Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΡΙΣΗΣ

Η διεθνής οικονομική κρίση ξεκίνησε με την κατάρρευση της τραπεζικής αγοράς των επισφαλών στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ. Η κατάρρευση αυτή επεκτάθηκε σε όλο, σχεδόν, τον αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο και είχε αλυσιδωτές επιπτώσεις και σε άλλες αγορές, κυρίως στον χρηματοπιστωτικό τομέα, πράγμα που είχε ως συνέπεια μεγάλα προβλήματα, καταρρεύσεις και χρεοκοπίες, υπό το βάρος των τοξικών χαρτοφυλακίων τους, τραπεζικών κολοσσών.

Η παρούσα κρίση αν και εκδηλώθηκε σε αρχική φάση στο χρηματοπιστωτικό τομέα, έχει βαθύτερες αιτίες που συνδέονται όχι μόνο με την τυπική νεοφιλελεύθερη μορφή του καπιταλισμού, η οποία κυριαρχεί εδώ και δεκαετίες, αλλά και με την ουσία και τη συνολική λειτουργία του ίδιου του καπιταλισμού ως κοινωνικοοικονομικού συστήματος με διακριτά χαρακτηριστικά γνωρίσματα, ανεξάρτητα από τη μορφή του.

Για την παρούσα κρίση δεν φταίνε μόνο, όπως θέλει η τρέχουσα δημοσιογραφική φιλολογία, τα λεγόμενα «golden boys» και η κυριαρχία και αχαλίνωτη κερδοσκοπία του χρηματιστικού και χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, ζητήματα που, έτσι ή αλλιώς, έχουν προσλάβει εφιαλτικές διαστάσεις στο σύγχρονο επιθετικό καπιταλισμό των «απελευθερωμένων» αγορών, της «ελεύθερης» διεθνούς κίνησης των κεφαλαίων και των κυμαινόμενων αγοραίων νομισματικών ισοτιμιών.

Στο βάθος της σημερινής διεθνούς κρίσης βρίσκεται ο ίδιος ο καπιταλισμός και ο σύμφυτος με αυτόν ιμπεριαλισμός, κυρίως των ΗΠΑ-Ε.Ε.-Ιαπωνίας. Βρίσκονται οι αβυσσαλέες παγκόσμιες, περιφερειακές και εθνικές οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες και η υπερσυσσώρευση-υπερσυγκέντρωση διεθνώς κεφαλαίου και πλούτου σε λίγα χέρια, απόρροια και αποτέλεσμα του σύγχρονου καπιταλισμού και του αναπόσπαστου με αυτόν ιμπεριαλισμού.

Όλες τις τελευταίες δεκαετίες η ανελέητη καταλήστευση εθνών και λαών του δευτέρου και του τρίτου κόσμου από μια χούφτα ιμπεριαλιστικών χωρών, η πρωτοφανής, ίσως, ιστορικά εκμετάλλευση της εργατικής τάξης στις καπιταλιστικές χώρες και η συστηματική υστέρηση αυξήσεων των μισθών σε σχέση με την αύξηση της παραγωγικότητας στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό, είχαν ως αποτέλεσμα την πρωτοφανή μυθώδη συσσώρευση κεφαλαίου και πλούτου σε ελάχιστα χέρια σε παγκόσμιο, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.

Όσο αυτή η υπερσυσσώρευση έβρισκε κερδοφόρες διεξόδους, ο παγκόσμιος καπιταλισμός γνώριζε νέους ρυθμούς ανάπτυξης και επέκτασης, παρά τις αυξανόμενες ανισότητες, αν και αρκετά μειωμένους σε σχέση με τις μεταπολεμικές δεκαετίες. Το εμπόδιο, όμως, σε αυτήν την ανάπτυξη ήταν τα περιορισμένα και σχετικά μειούμενα εισοδήματα των εργαζομένων τάξεων και πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Προκειμένου, λοιπόν, να τονωθεί η εργατική και λαϊκή ζήτηση, γνώρισε απίστευτη εξάπλωση η καπιταλιστική κερδοσκοπία και το κερδοσκοπικό ρίσκο, των οποίων μια έκφραση ήταν η δανειοδοτική υπερεπέκταση προς τις εργαζόμενες τάξεις ως υποκατάστατο των περιορισμένων εισοδημάτων τους και της αποδυνάμωσης του κοινωνικού κράτους. Αυτή η κατάσταση, η οποία συνοδευόταν με μεγάλες παγκόσμιες εμπορικές, παραγωγικές, τεχνολογικές, κεφαλαιακές και νομισματικές ανισορροπίες και ανισότητες, δεν μπορούσε να είναι διατηρήσιμη και να τροφοδοτεί την παγκόσμια ανάπτυξη. Οι «φούσκες» άρχισαν να σκάνε όταν τα επιτόκια γνώρισαν μια σχετική αύξηση και τα εισοδήματα δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις δόσεις αποπληρωμής των δανείων. Ο πλανήτης, κυρίως οι ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες άρχισαν τότε να βυθίζονται στην παρούσα κρίση.

Η διεθνής αυτή κρίση θα είχε εμφανιστεί πολύ πιο γρήγορα αν ο καπιταλισμός και ο ιμπεριαλισμός δεν έβρισκαν διεξόδους τις τελευταίες δεκαετίες στο άνοιγμα νέων μεγάλων αγορών (Κίνα, Ινδία, Ανατ. Ευρώπη, κά) και στην είσοδο στην παγκόσμια αγορά περίπου 1 δισεκατομμυρίου φτηνού και επιδέξιου νέου εργατικού δυναμικού από αυτές τις νέες αγορές ή τη μετανάστευση, και τα τελευταία χρόνια στην εξαπόλυση πολέμων. Οι καταστάσεις αυτές τροφοδότησαν την παγκόσμια ζήτηση, νέες μεγάλες επενδύσεις και ενίσχυαν σημαντικά τα καπιταλιστικά κέρδη, ενώ συγκρατούσαν χαμηλά τον πληθωρισμό και το κόστος παραγωγής, αφού καθήλωναν σε απαράδεκτα χαμηλά έως εξευτελιστικά επίπεδα τους μισθούς, απορρύθμιζαν τις εργασιακές σχέσεις και παραμέριζαν κάθε ίχνος περιβαλλοντικού περιορισμού.

  1. 3. Η ΑΝΑΙΜΙΚΗ ΑΝΑΚΑΜΨΗ

Οι όποιες τάσεις ανάκαμψης εμφανίζονται τους τελευταίους μήνες στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες –κυρίως στην ιμπεριαλιστική «τριάδα» ΗΠΑ-Ε.Ε.- Ιαπωνία- είναι ισχνές, αναιμικές και ασταθείς και κινδυνεύουν γρήγορα να περιπέσουν σε νέα πιο ισχυρή ύφεση ή και σε νέο μεγάλο «κραχ».

Αυτές οι αναιμικές ανακαμψιακές τάσεις των τελευταίων μηνών δεν οφείλονται στην ενδογενή οικονομική δυναμική του ανεπτυγμένου ιμπεριαλισμού, αλλά κυρίως στα νέα τεράστια βουνά από ελλείμματα και χρέη τα οποία συσσωρεύτηκαν μέσα στην κρίση και «σπαταλήθηκαν» στην κυριολεξία για να στηριχτούν τόσο το καταρρέον χρηματοπιστωτικό σύστημα όσο και μια μεγάλη σειρά πολυεθνικών επιχειρήσεων και εταιρειών που κυριαρχούν σε κλάδους της οικονομίας. Μέσα στο 2008-2009 εξελίχθηκε η πιο μεγάλη παρέμβαση δημόσιας επιδότησης ιδιωτικών συμφερόντων στην ανθρώπινη ιστορία, με τη μεγαλύτερη, ίσως, καταλήστευση και υπερχρέωση των λαών. Η «κοινωνικοποίηση» των τοξικών χαρτοφυλακίων των τραπεζών προσέλαβε ασύλληπτες διαστάσεις,  ενώ οι Κεντρικές Τράπεζες  από τη FED, την ΕΚΤ έως την BOF, δαπάνησαν τρις ευρώ για να στηρίξουν τη ρευστότητα κρατών και τραπεζών. Οι παρεμβάσεις αυτές για τη στήριξη του πολυεθνικού κεφαλαίου ξεπέρασαν το μυθώδες ποσό του 40% του παγκόσμιου ΑΕΠ!

Η πρωτοφανής αυτή επιδότηση του μεγάλου διεθνούς κεφαλαίου, στοιβάζοντας οροσειρές από ελλείμματα και χρέη, με αντίκρισμα μια ισχνή και παραπαίουσα ανάκαμψη, δεν μπορεί να παραταθεί, αφού ήδη έχει προκαλέσει τρομακτικές παρενέργειες, των οποίων την έκταση και το βάθος δεν την έχουμε ακόμα εντοπίσει και οπωσδήποτε δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα, όπως αρέσει να περιορίζονται οι κυρίαρχοι διεθνείς κύκλοι.

Ο διεθνής καπιταλισμός και ο σύμφυτος με αυτόν ιμπεριαλισμός, απέναντι σε τέτοιας έκτασης και βάθους οικονομικές κρίσεις, έβρισκε συνήθως διεξόδους είτε με το άνοιγμα νέων ανεξερεύνητων και μεγάλων αγορών, που έδιναν τη δυνατότητα νέων επενδύσεων και πωλήσεων, είτε με την αξιοποίηση πραγματικά μεγάλων και επαναστατικών τεχνολογιών, μέσω των οποίων έμπαινε στο περιθώριο το παλιό παραγωγικό δυναμικό και ανασυγκροτούνταν οι οικονομίες, είτε μέσω μεγάλων και γενικευμένων ιμπεριαλιστικών πολέμων, στους οποίους τα θύματα δεν ήταν μόνο οι παραγωγικές δυνάμεις, αλλά κυρίως οι λαοί, οι οποίοι πλήρωναν ατελείωτο φόρο αίματος.

Σήμερα, που βρισκόμαστε ενώπιον μιας μεγάλης αλλά και πολύ πιο σύνθετης και πολύπλευρης κρίσης του διεθνούς καπιταλισμού, ποια είναι η διέξοδος που θα αναζητήσουν ή θα «υποχρεωθούν» να ακολουθήσουν οι κυρίαρχες δυνάμεις του κεφαλαίου;

Είναι έτοιμες οι δυνάμεις της Αριστεράς στον κόσμο, την Ευρώπη, την περιοχή μας και στη χώρα μας να απαντήσουν στην πρόκληση της κρίσης και να βάλουν τη σφραγίδα τους για να αλλάξει η πορεία της ιστορίας;

Η ετοιμότητα αυτή απαιτεί μια ιδεολογική στερεότητα και μια βαθιά θεωρητική και επιστημονική επεξεργασία. Απαιτεί μια κατάλληλη επαναστατική στρατηγική και πολιτική ανατροπής και μετάβασης. Απαιτεί ένα νέο σχέδιο για τη μελλοντική σοσιαλιστική ανάπτυξη και οικονομία στον 21ο αιώνα. Απαιτεί επανασύνδεση με τις εκμεταλλευόμενες κοινωνικές δυνάμεις και την ικανότητα εκπροσώπησης της σύγχρονης εργατικής τάξης, των άμεσων  και μελλοντικών   συμφερόντων της, ως εκφραστή ενός νέου κοινωνικού ταξικού μετώπου. Απαιτεί, τέλος, ένα νέο δημοκρατικό, μαζικό και αποφασισμένο επαναστατικό συλλογικό πολιτικό κόμμα, ικανό να συνεγείρει τις λαϊκές δυνάμεις, να προωθεί κοινωνικές συμμαχίες, να αναδεικνύεται και να καταξιώνεται ως μια νέα  πολιτική πρωτοπορία στη χώρα μας.

  1. 4. Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ Ε.Ε.

  • Η Ε.Ε. ΙΔΙΟΤΥΠΗ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΚΑΙ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΧΩΡΩΝ
  • Η Ε.Ε. ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ  ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΗΣ

Η Ε.Ε., παρόλο ότι υποτίθεται πως διέθετε το πλέον αποτελεσματικό πλαίσιο εποπτείας και ελέγχου, όχι μόνο δεν κατόρθωσε να εντοπίσει έγκαιρα και πολύ περισσότερο να εμποδίσει τα κρισιακά φαινόμενα αλλά και υπήρξε κατεξοχήν συνυπεύθυνη μαζί με τις ΗΠΑ για το ξέσπασμά τους, ενώ οι συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης μπορεί να αποδειχθούν μεγαλύτερες, βαθύτερες και ίσως μονιμότερες στο χώρο της Ε.Ε.

Η Ε.Ε. και η ευρωζώνη εδώ και καιρό και ιδιαίτερα  μέσα στην κρίση, χάνουν συνεχώς  έδαφος στο πλαίσιο του παγκόσμιου καπιταλισμού, του οποίου το κέντρο βάρους διαρκώς μετατοπίζεται από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού προς τη ζώνη του Ειρηνικού. Όσο ο καπιταλισμός της Ε.Ε. βλέπει να χάνει έδαφος τόσο καθίσταται οικονομικά και κοινωνικά πιο επιθετικός και πολιτικά πιο αντιδημοκρατικός και αυταρχικός, ενώ τόσο περισσότερο αξιοποιεί τους υπερεθνικούς μηχανισμούς και τις υπερεθνικές δυνατότητες της Ε.Ε. σε βάρος των λαών και των εργαζομένων για την ακύρωση της βούλησης και των αγώνων τους.

Η Ε.Ε. μπροστά στην κρίση, αντί να  αντλήσει συμπεράσματα, λειτούργησε και συνεχίζει να λειτουργεί όλο και περισσότερο ως ένας σκληρός υπερεθνικός μηχανισμός του χρηματιστικού και χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και των πολυεθνικών μεγαθηρίων. Η Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της κρίσης ενέκρινε σχέδια με ένα πακτωλό εκατοντάδων δις ευρώ για τη «διάσωση» τραπεζών και τη διοχέτευση προνομιακής ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ενώ με ανυπόφορα πιεστικό τρόπο προωθούσε σκληρά μέτρα σε όλες τις χώρες-μέλη. Μέτρα περαιτέρω συμπίεσης μισθών και συντάξεων, απορρύθμισης εργασιακών σχέσεων, «απελευθέρωσης» των αγορών, διάλυσης των ασφαλιστικών συστημάτων, συρρίκνωσης των κοινωνικών κατακτήσεων.

Η Ε.Ε. με τους προσανατολισμούς που κυριαρχούν, τόσο στα κράτη μέλη και κυρίως σε «ενωσιακό» επίπεδο, επιχειρεί να απαντήσει στην κρίση με ένα ακόμα πιο ακραίο νεοφιλελεύθερο μονεταριστικό πρότυπο και συνταγολόγιο, επιλογές που έχουν ως συνέπεια να ενισχύονται αντί να αποδυναμώνονται οι υφεσιακές τάσεις και  καταστάσεις οικονομικής στασιμότητας στις χώρες-μέλη, να διευρύνονται οι κοινωνικές ανισότητες, να αναπτύσσονται οι εθνικοί περιφερειακοί ανταγωνισμοί και μαζί τους οι εθνικές και περιφερειακές αποκλίσεις, ενώ αναδεικνύεται ακόμα περισσότερο ο ιδιοτελής και αρπακτικός ρόλος του γερμανικού καπιταλισμού και ιμπεριαλισμού και της γερμανο-γαλλικής ιμπεριαλιστικής ηγεμονίας στο πλαίσιο της Ε.Ε., ειδικότερα της ευρωζώνης.

Η Ε.Ε. ως ιδιότυπη συμμαχία καπιταλιστικών χωρών θα έβαινε, κατά τους εμπνευστές της, προς όλο και περισσότερη σύγκλιση και κοινωνική συνοχή. Η σημερινή κρίση, στην οποία κατά τεκμήριο δοκιμάζονται τέτοιας μορφής «ενωσιακές» απόπειρες και όχι σε περιόδους «ομαλής» καπιταλιστικής ανάπτυξης, δείχνει ακριβώς το αντίθετο. Καταδεικνύει ότι στο πλαίσιο της Ε.Ε. αναπτύσσονται και λαμβάνουν νέα έκταση οι καπιταλιστικοί ανταγωνισμοί, οι διαιρέσεις και ανισότητες, οι ηγεμονικές επιθετικές βλέψεις των χωρών που κυριαρχούν με κεντρικό ρόλο σε αυτή την κατεύθυνσης της Γερμανίας, την ίδια ώρα που αναπτύσσεται και γίνεται όλο και πιο επιθετικός ο συνολικός ιμπεριαλιστικός ρόλος  της Ε.Ε. απέναντι στην υπόλοιπη Ευρώπη και κυρίως απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο.

Σήμερα, κι ενώ η καπιταλιστική κρίση βρίσκεται σε εξέλιξη, διαγράφονται εναργέστερα οι κεντρόφυγες διαιρετικές, αν όχι και αποσυνθετικές και διαβρωτικές, τάσεις στην Ε.Ε. και ειδικότερα στην Ευρωζώνη, τάσεις που συχνά συνδέονται με γεωγραφικές κατατάξεις. Μια υπερεθνική ένωση όπως η Ε.Ε. που προωθείται και εξελίσσεται με όρους αγοράς και νομίσματος, διαπερνάται από εγγενείς αντιφάσεις και έχει άκρως προβληματικό μέλλον και προοπτική. Αν η οικονομική κρίση γνωρίσει νέα κλιμάκωση και επιδείνωση είναι αρκετά πιθανόν η Ε.Ε. και ειδικότερα η ευρωζώνη να συμπαρασυρθούν στη δίνη των κρισιακών εξελίξεων και να εξωθηθούν ακόμα και σε διαλυτικές καταστάσεις.

Η Ε.Ε., ως ιδιότυπη καπιταλιστική περιφερειακή ολοκλήρωση και ως ιμπεριαλιστική συμμαχία καπιταλιστικών χωρών, εξελίσσεται στο κατεξοχήν πεδίο εφαρμογής, σε πλανητική κλίμακα, των πιο ακραίων νεοφιλελεύθερων μονεταριστικών δογμάτων και σε κατεξοχήν υπερεθνικό μηχανισμό κατεδάφισης εργασιακών, μισθολογικών, ασφαλιστικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων. Ακόμα χειρότερα,  η Ε.Ε. οικοδομείται με τον πλέον αυταρχικό και αντιδημοκρατικό τρόπο, χωρίς και ενάντια στη βούληση των λαών, η οποία παρακάμπτεται με άκρως «πραξικοπηματικές» μεθοδεύσεις, ενώ η ίδια ως υπερεθνικός μηχανισμός αξιοποιείται για την υποβάθμιση και συρρίκνωση, συχνά κάθε ίχνους, και αυτής της αστικής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.

Η απόπειρα περαιτέρω πολιτικής ενοποίησης της Ε.Ε., όσο η τελευταία διατηρεί τον καπιταλιστικό – και πολύ περισσότερο τον ακραίο νεοφιλελεύθερο- προσανατολισμό της, πέραν των όποιων δυσχερειών του εγχειρήματος, θα σηματοδοτηθεί από ακόμα πιο αντιδημοκρατικά, αντικοινωνικά και αντεργατικά χαρακτηριστικά, από ακόμα πιο σκληρές επικυριαρχίες των πλέον ισχυρών κρατών στο εσωτερικό της, από περισσότερες «ταχύτητες» και «δουλείες» των μικρότερων και πιο αδύνατων χωρών και ακόμα χειρότερα, από ένα πιο σκληρό, επιθετικό και επεκτατικό ιμπεριαλιστικό ρόλο της Ε.Ε. ως σύνολο.

Η πολιτική   ενοποίηση  των ευρωπαϊκών χωρών ή θα γίνει κάτω από την επίδραση μεγάλων προοδευτικών και σοσιαλιστικών ανατροπών στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο σε κάθε χώρα μέλος και στο σύνολο της Ευρώπης ή διαφορετικά θα υλοποιηθεί ως μια αυταρχική και οπισθοδρομική ολοκλήρωση.

Η συνεχής διεύρυνση της Ε.Ε. – μαζί με την ανάπτυξη των «προτιμησιακών» συμφωνιών με τρίτες χώρες –  με τους όρους που προωθείται, ενδυναμώνει τον ακραίο νεοφιλελεύθερο χαρακτήρα της Ένωσης και τη διαμορφώνει ως αγοραία «αυτοκρατορία» και απέραντη λεία του γερμανο-γαλλικού κατά κύριο λόγο ιμπεριαλισμού, αλλά και ως «πόλο» έλξης και αδίστακτης εκμετάλλευσης των οικονομιών του «δεύτερου» και «τρίτου» κόσμου.

Ο ΣΥΝ έκανε κρίσιμο στρατηγικό λάθος με την υπερψήφιση το 1992 της Συνθήκης του Μάαστριχτ, η οποία αποτέλεσε τη «ραχοκοκαλιά» για την απαράδεκτη συγκρότηση, με αποκλειστικά ταξικούς και τους πλέον ιεραρχικούς ιδιοτελείς όρους, της ΟΝΕ, διαμορφώνοντας ένα ενιαίο νόμισμα το οποίο έφερε και φέρνει τη σφραγίδα της γερμανικής επικυριαρχίας, της επικυριαρχίας τους ευρωπαϊκού κεφαλαίου και ιμπεριαλισμού σε βάρος λαών και εργαζομένων και την ένταση του ανταγωνισμού για παγκόσμια νομισματική πρωτοκαθεδρία.

Σήμερα φαίνεται πιο καθαρά η αποτυχία της Ε.Ε. και η παταγώδης αποτυχία της ευρωζώνης. Η ενιαία απελευθερωμένη αγορά και το ευρώ, στη βάση του Συμφώνου Σταθερότητας και της ενιαίας «ανεξάρτητης» αντιπληθωριστικής νομισματικής πολιτικής, της ΕΚΤ, μπορεί να εξυπηρετούν θαυμάσια τις πιο ισχυρές και «ανταγωνιστικές» μερίδες του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, ιδιαίτερα του πολυεθνικού και πρώτα απ’ όλα και κυρίως το χρηματιστικό και χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, αλλά λειτουργούν ως η τέλεια δογματική συνταγή  γενικής αναπτυξιακής καχεξίας και ανελέητου ανταγωνισμού χωρών και περιφερειών για τη διάλυση εργασιακών, μισθολογικών, κοινωνικών, ασφαλιστικών δικαιωμάτων, για την εκτίναξη της ανεργίας και για την εξουθένωση, βοηθούσης και της νέας ΚΑΠ, των πολύ μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών και κυρίως των μικρομεσαίων αγροτών.

Από τότε που ο Μαρξ μίλαγε για το «φάντασμα που πλανιέται πάνω από την Ευρώπη» και υπογράμμιζε ότι «όλες οι δυνάμεις των καθεστώτων της ηπείρου έχουν συνασπισθεί σε ιερή συμμαχία εναντίον του» έχει κυλήσει αρκετό νερό στο αυλάκι, αλλά κάποιες αναλογίες παραμένουν. Το «φάντασμα» μοιάζει να επιστρέφει ξανά, ενώ η «ιερή ευρωπαϊκή συμμαχία» του κεφαλαίου βρήκε στο πρόσωπο της Ε.Ε. ένα πολύ πιο συνεκτικό, πιο ενοποιημένο, πιο αποφασιστικό  και σιδερένιο υπερεθνικό πολιτικό οδοστρωτήρα ενάντια στο εργατικό κίνημα και τις κατακτήσεις του σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η ριζοσπαστική Αριστερά οφείλει να προωθεί την πλέον ενισχυμένη συνεργασία και αλληλεγγύη των αριστερών δυνάμεων των χωρών της Ε.Ε., στο πλαίσιο της πιο πλατιάς συνεργασίας και αλληλεγγύης των αριστερών δυνάμενων όλων των χωρών της Ευρώπης, της ευρύτερης περιοχής μας και κυρίως του πλανήτη. Σε αυτή την κατεύθυνση ο ρόλος  του ΚΕΑ με την ανάληψη πιο ριζοσπαστικών πρωτοβουλιών μπορεί να  αποβεί σημαντικός.

Η πιο συντονισμένη και αποφασιστική συνεργασία των αριστερών δυνάμεων των χωρών της Ε.Ε. και η ανάπτυξη αλληλέγγυων, κοινών ενωτικών αγώνων των εργαζομένων στο επίπεδο της Ε.Ε. είναι απόλυτα αναγκαίος για να αποτρέπονται όσο είναι δυνατόν αντικοινωνικά μέτρα, για να προωθούνται, με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο, κοινοί θετικοί στόχοι και να αναδεικνύεται η ανάγκη ανύψωσης των κοινών επιδιώξεων ως την ανατροπή του καπιταλισμού.

Η Ε.Ε. είναι πεδίο ταξικών αγώνων και αντιπαραθέσεων. Δεν είναι, όμως, ένα ουδέτερο πεδίο, αφού απέναντι στους μεμονωμένους ή συνολικότερους αγώνες των εργαζομένων αντιπαραθέτει όχι μόνο το σύνολο των αστικών κρατών της Ε.Ε. αλλά και το στιβαρό και ταξικά προσηλωμένο υπερεθνικό συντονισμό τους, μέσω των Κοινοτικών μηχανισμών, των θεσμικών οργάνων και των διασυνδέσεών τους με τα διάφορα «επιχειρηματικά λόμπι».

Η Ε.Ε., δομημένη πάνω σε συνθήκες που έχουν Συνταγματικά θεσμοθετημένο το νεοφιλελευθερισμό και τον καπιταλισμό, πολύ πιο προωθημένα από τα Συντάγματα των επιμέρους κρατών, δεν μεταρρυθμίζεται  έτσι ώστε να μετατραπεί από Ένωση του κεφαλαίου σε Ένωση που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εργαζομένων. Αυτό άλλωστε επιβεβαιώθηκε πολύ χαρακτηριστικά πρόσφατα όταν το διευθυντήριο και οι κυρίαρχες δυνάμεις της Ε.Ε. παρέκαμψαν «πραξικοπηματικά» την αρνητική βούληση των λαών απέναντι στο Ευρωσύνταγμα και προώθησαν τη μεταμφίεσή του, τη λεγόμενη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη της Λισαβόνας.

Φυσικά με σκληρούς, συντονισμένους εθνικούς και ευρωπαϊκούς αγώνες των εργαζομένων μπορούν να αποτρέπονται, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, ακραία αρνητικά μέτρα στο επίπεδο της Ε.Ε. ή να επιτυγχάνονται θετικοί στόχοι, οι οποίοι όμως δεν μπορούν να αλλάξουν τα βαθιά ταξικά χαρακτηριστικά της Ε.Ε., ως ένωσης που υπηρετεί τις κυρίαρχες μερίδες του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.

Μια νέα ιστορική ενοποιητική εξέλιξη στην Ευρώπη, πέρα από τα περιοριστικά θεσμικά καπιταλιστικά πλαίσια της Ε.Ε., θα έχει ως αφετηρία επαναστατικές αλλαγές σε μια χώρα ή ομάδα χωρών-μελών, αλλαγές που θα βάλουν σε κρίση τη σημερινή Ε.Ε., θα τη ρηγματώσουν, θα ενθαρρύνουν μια νέα μεγάλη ενίσχυση των κοινωνικών ταξικών αγώνων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ανοίγοντας έναν ευρύτατο κύκλο αντιπαραθέσεων που θα κρίνει την τελική πορεία της Ευρώπης. Επομένως,  μόνο με σκληρούς ταξικούς αγώνες, ρήξεις και ανατροπές σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο μπορεί να ανοιχτούν νέοι προοδευτικοί και σοσιαλιστικοί δρόμοι σε μια ή περισσότερες και τελικά σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, κάτω από τους οποίους μπορεί να προωθηθεί μια νέα πολύ διαφορετική, ισότιμη, προοδευτική ευρωπαϊκή ενοποίηση με ορίζοντα τον σοσιαλισμό.

  1. 5. Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Η Ελλάδα, με ευθύνη της πολιτικής των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, έχει περιέλθει από οικονομική και κοινωνική άποψη, στο χειρότερο και πλέον κρίσιμο σημείο της μετά τον πόλεμο.

Σε όλες τις μεταπολεμικές δεκαετίες «κουτσά-στραβά», παρά τις δυσκολίες, τα σκαμπανεβάσματα, τη φτώχεια και τις πελώριες κοινωνικές ανισότητες, η χώρα παρουσίαζε τάσεις ανάπτυξης, ενώ χάρις και στους σκληρούς αγώνες των εργαζομένων σημειώνονταν βήματα σχετικής βελτίωσης των συνθηκών εργασίας, ασφάλισης και αμοιβής.

Την τελευταία δεκαετία και ιδιαίτερα σήμερα, μπροστά στη βαθιά κρίση, κλιμακώνονται οι πολιτικές βίαιης και απότομης κοινωνικής και εργασιακής κατεδάφισης δικαιωμάτων, μεγάλης απόλυτης μείωσης μισθών αλλά και συντάξεων, με την παράλληλη ένταση της φορολεηλασίας των λαϊκών στρωμάτων, τη διάλυση των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και πρωτοφανή εκτίναξη της ανεργίας. Για πρώτη φορά διαγράφεται η βεβαιότητα ότι  η παρούσα και οι επόμενες γενιές να ζήσουν ως «χαμένες γενιές» κάτω από πολύ χειρότερες έως δραματικά χειρότερες συνθήκες σε σχέση με τις προηγούμενες.

Η διεθνής καπιταλιστική κρίση μπορεί να μην ταρακούνησε από την αρχή ιδιαίτερα έντονα την ελληνική οικονομία, αφού οι ελληνικές τράπεζες δεν διέθεταν ισχυρά «τοξικά» χαρτοφυλάκια. Μόλις όμως με την πάροδο του χρόνου άρχισε να διαβαίνει τα ελληνικά σύνορα, οι μικρές κρισιακές δονήσεις, άρχισαν να κλονίζουν συθέμελα τις οικονομικές βάσεις της χώρας, μιας και διέθεταν πολύ σαθρά έως ανύπαρκτα θεμέλια.

Ζούμε αυτή την περίοδο την πλήρη και παταγώδη χρεοκοπία του νεοφιλελεύθερου πελατειακού καπιταλιστικού μοντέλου, που άλλοτε στο όνομα του «εκσυγχρονισμού» και άλλοτε των «μεταρρυθμίσεων» εφαρμόστηκε στη χώρα περισσότερο από δύο δεκαετίες.

Το νεοφιλελεύθερο αυτό μοντέλο βασικά στηρίχτηκε στο «όραμα» συμμετοχής της χώρας στην ΟΝΕ και οδήγησε στην ένταξη της με άνισους όρους που προδίκασαν και το σημερινό αποτέλεσμα. Ο στόχος αυτός μετατράπηκε μάλιστα σε «ιδεολογία» και νέα «μεγάλη ιδέα» με βάση την οποία οι κυβερνήσεις του δικομματισμού προώθησαν ένα σαρωτικό κύμα ιδιωτικοποιήσεων, απελευθερώσεις αγορών και γενικευμένη απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων, ενώ αποθέωσαν το χρηματιστηριακό «τζόγο», την ασυδοσία των τραπεζών και την επέκταση του ναυτιλιακού και τουριστικού τομέα ως τους μεγάλους μοχλούς οικονομικής απογείωσης της χώρας, δίνοντας το σήμα μιας γενικής παραγωγικής ερήμωσης και μεγάλης περιβαλλοντικής υποβάθμισης.

Η παταγώδης αποτυχία αυτού του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος φαίνεται πιο καθαρά σήμερα. Επί μια εικοσαετία η χώρα στηρίχτηκε στον υπερδανεισμό κυρίως του δημοσίου και των νοικοκυριών αλλά και των επιχειρήσεων, χωρίς αντίστοιχο αναπτυξιακό και παραγωγικό αντίκρισμα. Σε αντίθεση με όλους εκείνους, ακόμα και στην Αριστερά και στο χώρο μας, που είτε εκθείαζαν τον «εκσυγχρονισμό» είτε τον θεωρούσαν ως μια επιλογή η οποία ενδυνάμωνε την υγιή καπιταλιστική οικονομική ανόρθωση, με μοναδικό πρόβλημα την άνιση κατανομή του πλούτου, η νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών αποδείχτηκε σαθρή, χωρίς θεμέλια, παραγωγικό υπόβαθρο και προοπτική. Παρομοίαζε  περισσότερο  με μια μεγάλη «φούσκα» από την οποία άντλησαν μυθώδη κέρδη  μια νεοφιλελεύθερη ολιγαρχία κυρίως κρατικοδίαιτη, ένας κύκλος πολυεθνικών επιχειρήσεων και οικονομικών ομίλων και κυρίως το χρηματιστικό και χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και ασφαλώς τα πανίσχυρα κρατικά και ιδιωτικά  πελατειακά δίκτυα των κυβερνητικών κομμάτων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.

Κατά συνέπεια η ανάπτυξη γύρω στο 4% των τελευταίων χρόνων που θεμελιώθηκε πάνω σε μια δανειοδοτική υπερεπέκταση δημοσίου, επιχειρήσεων και νοικοκυριών, δεν είχε το απαιτούμενο βάθος και παραγωγική πνοή. Για κάθε ένα ευρώ αύξησης του ΑΕΠ απαιτούνταν περίπου 4 ευρώ δανειακοί και εισρέοντες κοινοτικοί πόροι και πόροι από ιδιωτικοποιήσεις, κάτι που δεν μπορούσε να είναι διατηρήσιμο, πολύ περισσότερο που δεν συνοδευόταν από την παραγωγική ανασυγκρότηση, αλλά από την παραγωγική ερήμωση της χώρας και την απουσία επενδυτικής δυναμικής, ιδιαίτερα σε σύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό. Αυτό το τελευταίο είναι ιδιαίτερα εμφανές από τη διάρθρωση του ΑΕΠ, στο οποίο οι υπηρεσίες έφτασαν πάνω από το 80% του ΑΕΠ, ενώ η μεταποίηση έχει καταρρεύσει κάτω από το 10% και έχει χαμηλό τεχνολογικό επίπεδο, ενώ η γεωργία έχει σχεδόν εκμηδενιστεί και κινείται περίπου στο 3%.

Τα υψηλά δίδυμα ελλείμματα της χώρας, τόσο του προϋπολογισμού όσο και του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών, αντιπροσωπεύουν περισσότερο επιδότηση κερδών και το σχετικό «φόρο υποτέλειας» στις πολυεθνικές επιχειρήσεις και το ξένο χρηματιστικό κεφάλαιο και δεν έχουν σχέση με ελλείμματα που αξιοποιούνται για αναπτυξιακούς και παραγωγικούς στόχους.

  1. 6. Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΣΤΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΕΣ ΚΑΙ ΣΤΑ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΡΙΑ ΤΗΣ Ε.Ε.

Η ΧΩΡΑ ΣΕ ΙΔΙΟΜΟΡΦΗ «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ»

  • Η ΗΓΕΣΙΑ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΚΑΤ’ ΕΞΟΧΗΝ ΑΙΧΜΗ ΤΟΥ ΔΟΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
  • ΥΠΕΡΤΑΤΗ  ΑΝΑΓΚΗ Η ΣΥΜΠΑΡΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
  • Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΕΞΟΔΟ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΑΠΟΚΤΑ ΒΑΘΥΤΑΤΑ  ΑΝΤΙΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΑ  ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Η δημοσιονομική κρίση και η κρίση χρέους της χώρας,  ήταν η μοιραία εκδήλωση των νεοφιλελεύθερων κατεδαφιστικών πολιτικών ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, αλλά και του άνισου, ληστρικού και άδικου τρόπου λειτουργίας της ΟΝΕ, κάτι που έγινε ακόμα πιο φανερό σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης.

Ένα ενιαίο νόμισμα όπως το ευρώ σε συνθήκες ενιαίας αγοράς και σε ένα πλαίσιο άνισων πολιτικών σχέσεων και επιπέδων οικονομικής ανάπτυξης, αποδοτικότητας κλπ, λειτουργεί σε όφελος των ισχυρότερων κρατών, οικονομιών, περιφερειών και επιχειρήσεων και σε βάρος αντίστοιχα των ασθενέστερων, ενώ σε συνθήκες κρίσης μετατρέπεται σε οδοστρωτήρα για τους πλέον αδύνατους.

Η δημοσιονομική διεθνής και εγχώρια τρομοκρατία και τρομοϋστερία είναι δυσανάλογη προς το πραγματικό δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας και το ύψος του δημόσιου χρέους. Το μέγεθος του προβλήματος διαστέλλεται πέρα από κάθε όριο και κάθε λογική. Υπακούει μόνο στους κανόνες που επιβάλλει η δικτατορία των απελευθερωμένων διεθνών κεφαλαιαγορών και των ανεξέλεγκτων, χωρίς εμπόδια, κινήσεων κεφαλαίων.

Η Ελλάδα έχει μετατραπεί σχεδιασμένα, αλλά και εξ αντικειμένου, σε «μαύρο πρόβατο», σε «πειραματόζωο» και «εξιλαστήριο θύμα» των διεθνών κεφαλαιαγορών, του εγχώριου και διεθνούς χρηματιστικού και χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, αλλά και των διευθυντηρίων της Ε.Ε. και της «παγκοσμιοποίησης», τα οποία ανταγωνίζονται σε ληστρικές παρεμβάσεις στη χώρα μας.

Η Ελλάδα έχει καταστεί ο «εύκολος στόχος» προς παραδειγματισμό για να αποφευχθεί  ένας ανταγωνισμός υψηλών ελλειμμάτων, ιδιαίτερα ανάμεσα στις χώρες της ευρωζώνης και το ευάλωτο «πειραματόζωο» για μια απόλυτη κοινωνική και εργασιακή κατεδάφιση που θα «σπάσει» την αντιστασιακή παράδοση του ελληνικού λαού και θα  μετατρέψει, αν είναι δυνατόν, τη χώρα  σε πρότυπο οικονομίας χωρίς κοινωνική διάσταση  και εργασίας με υποχρεώσεις αλλά χωρίς δικαιώματα.

Τα αλλεπάλληλα κυβερνητικά πακέτα μέτρων εισοδηματικής, κοινωνικής και εργασιακής κατεδάφισης στο πλαίσιο του προκρούστειου Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης, μετατρέπουν σε «κουρελόχαρτο» την ουσία κι αυτής της αστικής δημοκρατίας, εξωθούν τη χώρα σε πολύ μεγαλύτερη ύφεση, ανοίγουν ένα ατελείωτο φαύλο κύκλο, που θα απαιτεί εντός ολίγου και άλλα αντικοινωνικά πακέτα μέτρων, ενώ οδηγούν στη διάλυση τον όποιο παραγωγικό ιστό έχει απομείνει στην οικονομία και υποθηκεύουν το μέλλον της για δεκαετίες.

Η κυβέρνηση του κ. Γ. Παπανδρέου προκειμένου:

  • να  διασώσει μέσα στις σημερινές δύσκολες συνθήκες την ύπαρξη και αναπαραγωγή του μεγάλου κεφαλαίου και των κερδών του,
  • να προωθήσει μέσα στην κρίση τις πιο μύχιες αντεργατικές επιδιώξεις του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου
  • να κρατήσει την ελληνική οικονομία στην τροχιά της ΟΝΕ και στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης «παγκοσμιοποίησης»
  • αλλά και να εξυπηρετήσει τη βουλιμία των πιστωτών,

έχει παραδώσει, χωρίς καμιά απολύτως αντίσταση, τη χώρα στις ορέξεις του διεθνούς χρηματιστικού και χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και στα χέρια των διευθυντηρίων της ΕΕ και της «παγκοσμιοποίησης». Όλοι αυτοί έχουν «στήσει» ένα «τρελό» χορό με την ιστορική καταλήστευση και κατεδάφιση της χώρας ανταγωνιζόμενοι για ένα όλο και μεγαλύτερο μερίδιο της λείας και των γενικών λαφύρων. Η κυβέρνηση και ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου έχουν ως μόνο ενδιαφέρον την δήθεν «αποκατάσταση της αξιοπιστίας της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές», αποτέλεσμα και απόρροια μιας λογικής πλήρους ενσωμάτωσης στις επιλογές των πιο ακραίων και επιθετικών καπιταλιστικών κύκλων της Ε.Ε. και της νεοφιλελεύθερης, υποκινούμενης από τις ΗΠΑ , παγκοσμιοποίησης».

Με τις επιλογές της κυβέρνησης η χώρα, εντός της περιφερειακής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης της Ε.Ε., έχει εισέλθει σε ένα καθεστώς σκληρής οικονομικής επιτήρησης-κηδεμονίας χειρότερο από εκείνο του πάλαι ποτέ Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου. Αυτό το καθεστώς ισοδυναμεί με οικονομική κατοχή, αφού η υπαγωγή στο άρθρο 126 παράγραφος 9 της ενοποιημένης Συνθήκης της Ε.Ε., επισύρει τη λήψη μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής, στην ουσία ολοκληρωμένου οικονομικού προγράμματος  και χρονικών προδιαγραφών για την υλοποίηση τους, τα οποία αποφασίζονται από την Ε.Ε., χωρίς καν τη συναίνεση της χώρας μας. Η χώρα επιστρέφει με νέους, σύγχρονους, ίσως όμως πολύ πιο επαχθείς και κοινωνικά οπισθοδρομικούς όρους σε ένα είδος εξανδραποδισμού και νεοϋποτέλειας που κατ’ αναλογίαν  παραπέμπει σε αλήστου μνήμης μετεμφυλιακές εποχές κηδεμονίας και κατάργησης κάθε ίχνους συναίνεσης και λαϊκής νομιμοποίησης.

Η Ελλάδα, επομένως, χώρα στις παρυφές της περιφερειακής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης της ΕΕ, ξεπέφτει σε ένα είδος «προτεκτοράτου» και «μισο-αποικίας». Η κυβέρνηση, για να στηρίξει τα συμφέροντα του κεφαλαίου, έρχεται σε πλήρη και ριζική αντίθεση με τα συμφέροντα της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας και τα γενικά συμφέροντα της χώρας. Σε αυτήν την κατεύθυνση κινείται και το σχέδιο δανειοδοτικής «βοήθειας» προς την Ελλάδα που συμφωνήθηκε πρόσφατα στις Βρυξέλλες, το οποίο παρέχει σκανδαλωδώς χαμηλότοκη χρηματοδότηση στις ελληνικές τράπεζες με ενέχυρο ομόλογα του δημοσίου, αρνούμενο αντίστοιχη χαμηλότοκη χρηματοδότηση του ελληνικού κράτους, ενώ από την άλλη σπρώχνει το δημόσιο να δανειστεί με επαχθείς όρους και προϋποθέσεις από το ΔΝΤ και τα κράτη-μέλη, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο επιβολής νέων σκληρών αντιλαϊκών μέτρων. Αυτή η συμφωνία σηματοδοτεί στην ουσία την μετατροπή της χώρας σε ένα αντεργατικό πρότυπο και «προτεκτοράτο».

Στις πρωτοφανείς αυτές για ευρωπαϊκή χώρα  και ίσως πρωτόγνωρες μεταπολεμικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για υποτιθέμενο κυρίαρχο κράτος, συνθήκες,  ο αγώνας του ελληνικού λαού για μια προοδευτική διέξοδο από την κρίση έρχεται άμεσα αντιμέτωπος με την καρδιά των μηχανισμών που διευθύνουν το σύγχρονο παγκόσμιο και ευρωπαϊκό καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό. Επομένως, ο αγώνας του ελληνικού λαού για μια προοδευτική και σοσιαλιστική διέξοδο προσλαμβάνει και βαθύτατα αντιιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά με αιχμή τον αγώνα κατά του αμερικάνικου και ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού.

Μόνο η Αριστερά, μέσα από ένα ριζοσπαστικό προοδευτικό και σοσιαλιστικό πρόγραμμα που θα εκφράζει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης μπορεί να εκφράσει, ταυτόχρονα, στις σημερινές συνθήκες τα αυθεντικά συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας αλλά και τα γενικά συμφέροντα της χώρας.

Το σημερινό κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ, με την ουσιαστική στήριξη της ΝΔ και του ΛΑΟΣ, κινείται πέρα και από αυτά τα όρια της δεξιάς σοσιαλδημοκρατίας και του σοσιαλφιλελευθερισμού. Έχει εξελιχθεί, μέσα στην κρίση, ως η κατεξοχήν δύναμη του εγχώριου και πολυεθνικού μεγάλου κεφαλαίου, ως η αιχμή του δόρατος για την διαιώνιση του ελληνικού καπιταλισμού, στην πιο βίαιη, άγρια και ακραία εκδοχή του, αλλά και ως το «μακρύ χέρι» του διεθνούς χρηματιστικού και χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, που φτάνει στην μετατροπή της χώρας, σε αντεργατικό «προτεκτοράτο».

Η κρίση της ελληνικής οικονομίας είναι ταυτόχρονα και κρίση του ευρώ και της ΟΝΕ, κρίση της ευρωζώνης και της ίδιας της Ε.Ε. Τα οικοδομήματα της ΟΝΕ αλλά και της Ε.Ε. επέτειναν τα κρισιακά φαινόμενα και την υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, ενώ είναι ενδεχόμενο μέσα στην κρίση, εξαιτίας των εσωτερικών αντιφάσεών τους, και της ενίσχυσης  των κεντρόφυγων τάσεων και αποκλίσεων, να εξωθηθούν σε αποσυνθετικές εξελίξεις.

Η χώρα χρειάζεται επειγόντως μια ριζική αλλαγή και την εφαρμογή, σε ριζική αντίθεση με τις εφαρμοζόμενες πολιτικές, ενός ΕΚΤΑΚΤΟΥ ΑΝΟΡΘΩΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΔΙΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ σε προοδευτική και σοσιαλιστική κατεύθυνση.

Η κυβερνητική πολιτική και οι πολιτικοί προσανατολισμοί ευρύτερης συναίνεσης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ και ΛΑΟΣ δεν είναι καθόλου μονόδρομος. Αντίθετα, μας έφεραν στη σημερινή δεινή κατάσταση και μας εξωθούν σε μεγαλύτερα αδιέξοδα.

Δεν υπάρχουν μαγικά «μέτρα» ή «θαυματουργές» συνταγές, που θα αφήνουν από τη μια τα πάντα άθικτα (τις διεθνείς κεφαλαιαγορές, τις νεοφιλελεύθερες μονεταριστικές δομές της Ε.Ε., τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς «θεσμούς» κυριαρχίας του κεφαλαίου, την κυριαρχία του μεγάλου κεφαλαίου στη χώρα και την «πειθάρχηση» στις πιέσεις του) και από την άλλη θα εφευρεθούν μέτρα που θα διασφαλίζουν μια ανώδυνη διέξοδο από την κρίση.

Ένα έκτακτο προοδευτικό πρόγραμμα διεξόδου της χώρας από την κρίση είναι πρόγραμμα αμφισβήτησης του διεθνούς πλαισίου των απελευθερωμένων διεθνών αγορών. Πρόγραμμα αμφισβήτησης και ρήξης με το πλαίσιο που κυριαρχεί στην Ε.Ε. Πρόγραμμα ανατροπών και συγκρούσεων με τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις και του μεγάλου κεφαλαίου στη χώρα μας. Πρόγραμμα που θα στηριχθεί πρώτα απ’ όλα και κυρίως σε μεγάλους ενωτικούς ταξικούς αγώνες και μια μεγάλη κοινωνική συμμαχία, υπό την ηγεμονία της σύγχρονης εργατικής τάξης.

Η πολιτική προώθηση ενός εκτάκτου προοδευτικού προγράμματος καθιστά ακόμα πιο αναγκαία και επείγουσα τη διαμόρφωση της μεγάλης συμπαραταγμένης Αριστεράς με την ενωτική συμβολή και συμμετοχή όλων ανεξαιρέτως των δυνάμεών της πέρα από διαφορές.

Αυτή η κοινή δράση και η συμπαράταξη της Αριστεράς συνιστά σήμερα υπέρτατη ανάγκη για την υπεράσπιση των εργασιακών, κοινωνικών αλλά και δημοκρατικών κατακτήσεων του ελληνικού λαού, για τις οποίες χιλιάδες και χιλιάδες αγωνιστών της Αριστεράς προσέφεραν ανεκτίμητες θυσίες και αίμα. Αποτελεί επείγουσα ανάγκη ακόμα και για την ίδια την επιβίωση, ίσως, σημαντικών τμημάτων του ελληνικού λαού στα επόμενα σκληρά χρόνια. Προτεραιότητα, επίσης, για τη ριζική αλλαγή του πολιτικού σκηνικού, για την αποφασιστικότερη απόκρουση των «κεντροαριστερών» τεχνασμάτων  και κυρίως για την ήττα των επικίνδυνων ακραίων νεοσυντηρητικών οικονομικών επιλογών και αυταρχικών εξελίξεων, στις οποίες δυστυχώς διαδραματίζει ένα στρατηγικό ρόλο το πλήρως  «μεταλλαγμένο», πέρα από τα όρια μιας δεξιάς σοσιαλδημοκρατίας ακόμα και του «σοσιαλφιλελευθερισμού», ΠΑΣΟΚ του κ. Γ. Παπανδρέου.

Η συμπαραταγμένη Αριστερά στις σημερινές συνθήκες έχει δυνατότητες να κατακτήσει ακόμα και την ηγεμονία στην ελληνική κοινωνία απέναντι στη βαθιά αποσυνθετική κρίση του κυρίαρχου δικομματικού πολιτικού συστήματος και την απογοήτευση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, η οποία όσο δεν βρίσκει φερέγγυα ελπίδα και προοπτική στα Αριστερά, μπορεί να τροφοδοτήσει ακραία συντηρητικές έως αυταρχικές και φασίζουσες εξελίξεις.

Ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλουν να αναλάβουν σοβαρές πρωτοβουλίες για την κοινή δράση και συμπαράταξη των αριστερών δυνάμεων και των αριστερών πολιτών. Οι ιδέες της κοινής δράσης και συνεργασίας της Αριστεράς δεν πρέπει να είναι για εμάς ούτε σημαίες ευκαιρίας, ούτε αφορμή για επικοινωνιακές πολιτικές «αποκάλυψης» των άλλων αριστερών δυνάμεων, αλλά πεδίο για την πλέον υπεύθυνη, επείγουσα, σημαντική και σοβαρή άσκηση πολιτικής με άμεσο στρατηγικό ορίζοντα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή την λογική οφείλει να ξεπεράσει ένα κλίμα άγονων διαιρέσεων και εσωστρεφών αντιπαραθέσεων αναδεικνύοντας ένα «νέο συμβόλαιο» πολιτικής συμφωνίας,  αλληλεγγύης και δράσης ως μια προωθημένη συμμαχία δυνάμεων για τη συμπαράταξη όλης της Αριστεράς για ένα μεγάλο προοδευτικό πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο διεξόδου από την κρίση.

Στις πρωτοφανείς αυτές για ευρωπαϊκή χώρα  και ίσως πρωτόγνωρες μεταπολεμικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για υποτιθέμενο κυρίαρχο κράτος, ο αγώνας του ελληνικού λαού για μια προοδευτική διέξοδο από την κρίση έρχεται άμεσα αντιμέτωπος με την καρδιά των μηχανισμών που διευθύνουν το σύγχρονο παγκόσμιο και ευρωπαϊκό καπιταλισμό και προσλαμβάνει βαθύτατα αντιιμπεριαλιστικά και αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά.

  1. 7. ΓΙΑ ΕΝΑ ΕΚΤΑΚΤΟ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΟ ΑΝΟΡΘΩΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
  • ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ ΜΙΑΣ  ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗΣ  ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ  ΑΛΛΑΓΗΣ  ΜΕ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΗΣ ΟΝΕ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΕ

Για τη διαμόρφωση του Έκτακτου Προοδευτικού Προγράμματος διεξόδου της χώρας από την κρίση ξεκινάμε από δυο βασικές παραδοχές:

ΠΑΡΑΔΟΧΗ ΠΡΩΤΗ:

Το πρόβλημα της χώρας δεν είναι κυρίως πρόβλημα δημοσιονομικό, πρόβλημα, δηλαδή, ανεξέλεγκτα υψηλού ελλείμματος και ανεξέλεγκτα δυσβάστακτου χρέους. Αντίθετα, το πρόβλημα της χώρας είναι πρώτα απ’ όλα και κυρίως πρόβλημα αναπτυξιακό, με την απουσία, σχεδόν, ενδογενούς αναπτυξιακής δυναμικής. Πρόβλημα παραγωγικό με τη γενική παραγωγική, σχεδόν, ερήμωση της χώρας, ιδιαίτερα σε σύγχρονους τεχνολογικά τομείς και σύγχρονα προϊόντα υψηλών ποιοτικών και οικολογικών προδιαγραφών. Πρόβλημα, τέλος, κοινωνικό με την έκρηξη των κοινωνικών ανισοτήτων και των κοινωνικών και εργασιακών προβλημάτων, αλλά και πρόβλημα οικολογικό με τη ραγδαία οικολογική υποβάθμιση των οικονομικών δραστηριοτήτων και του περιβάλλοντος.

Τα δίδυμα μεγάλα ελλείμματα του προϋπολογισμού και του ισοζυγίου πληρωμών, ειδικότερα του εμπορικού ισοζυγίου, δεν είναι η αιτία αλλά το αποτέλεσμα των μεγάλων αναπτυξιακών, παραγωγικών, κοινωνικών αλλά και οικολογικών ελλειμμάτων της χώρας.

Οι συναινετικές νεοφιλελεύθερες δικομματικές στρατηγικές πελατειακής διαχείρισης του κράτους, παράδοσης στις αγορές, ιδιωτικοποιήσεων και κυριαρχίας του εγχώριου και πολυεθνικού κεφαλαίου, είναι ανίκανες να απαντήσουν θετικά σε μια στέρεα αναπτυξιακή προοπτική, στην παραγωγική ανασυγκρότηση και την κοινωνική και οικολογική αναβάθμιση του τόπου. Αντίθετα, αυτές οι επιλογές παρήγαγαν συνεχώς δημοσιονομικά προβλήματα για να ακολουθούν σκληρές πολιτικές δημοσιονομικής σταθεροποίησης σε ένα ατελείωτο φαύλο κύκλο.

Τα σημερινά αντεργατικά και αντικοινωνικά πακέτα δημοσιονομικής σταθεροποίησης δεν θα αναπαράγουν απλώς αυτά τα αδιέξοδα και το φαύλο κύκλο αλλά κινδυνεύουν να επιφέρουν τη χαριστική βολή στο οικονομικό μέλλον της χώρας.

Ένα έκτακτο προοδευτικό πρόγραμμα με σοσιαλιστική προοπτική οφείλει, επομένως, να δώσει απόλυτη προτεραιότητα σε μια νέου τύπου παραγωγική ανάπτυξη και ανασυγκρότηση της οικονομίας με βαθύτατα κοινωνικό και οικολογικό περιεχόμενο ως το δρόμο για τη βελτίωση και των δημοσιονομικών δεδομένων.

ΠΑΡΑΔΟΧΗ ΔΕΥΤΕΡΗ:

Τα θεμελιώδη μέτρα που είναι ικανά και αναγκαία για να διασφαλίσουν μια προοδευτική διέξοδο από την κρίση όχι μόνο δεν είναι συμβατά με το θεσμικό πλαίσιο που ισχύει στην ΟΝΕ και στην Ε.Ε. αλλά και έρχονται σε ριζική αντίθεση με βασικές πτυχές της ενοποιημένης ευρωπαϊκής Συνθήκης. Αυτό σημαίνει ότι η προώθηση και πολύ περισσότερο η εφαρμογή ενός έκτακτου προοδευτικού προγράμματος διεξόδου θα βρεθεί σε σύγκρουση με τους θεσμούς και τις δυνάμεις που κυριαρχούν στο επίπεδο της ΟΝΕ αλλά και της Ε.Ε.

Αν η προώθηση ενός προοδευτικού προγράμματος σε μία μικρή χώρα, (π.χ. η Ελλάδα), επηρεάσει θετικά ή συμπέσει με ανάλογες προοδευτικές προσπάθειες και σε άλλες χώρες της Ε.Ε., τότε είναι δυνατόν, να διαμορφωθεί ένα παλιρροιακό κύμα προοδευτικών ανακατατάξεων, διεργασιών και συγκρούσεων, που θα ρηγματώσουν ή και θα ανατρέψουν συνολικά την Ε.Ε. και μπορεί να θέσουν σε νέες ιστορικές βάσεις μια  προοδευτική και σοσιαλιστική ευρωπαϊκή ενοποίηση. Εφόσον, όμως, οποιαδήποτε  χώρα της ΕΕ, ιδιαίτερα αν είναι μικρή, επιχειρήσει μια προοδευτική και ανορθωτική προσπάθεια και βρεθεί προσωρινά μόνη και αντιμέτωπη με σθεναρές αντιδράσεις και συμμαχίες εναντίον της, τότε θα τεθεί  ενώπιων της το ερώτημα, αν για την εφαρμογή του προοδευτικού προγραμματός της προϋποτίθεται ή απαιτείται  η έξοδος της χώρας από την ΟΝΕ ή ακόμη και την  Ε.Ε.. Το ερώτημα αυτό  δεν δέχεται μια μονοσήμαντη και  εκ των προτέρων καθορισμένη τελεσίδικη απάντηση.  Αντίθετα παίρνει  τη μορφή ενός στρατηγικού διλλήματος  για το προοδευτικό μέλλον χωρών όπως η Ελλάδα.

Ο αγώνας για την ανάδειξη, καταξίωση, προώθηση και εφαρμογή προγραμμάτων προοδευτικού και σοσιαλιστικού προσανατολισμού στη χώρα μας, σε σειρά από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σε ολόκληρη την Ε.Ε. και γενικότερα στην Ευρώπη, θα κρίνει τελικά τη θέση και το μέλλον της Ελλάδας αλλά και θα καθορίσει την τύχη, τον προσανατολισμό, το είδος και το μέλλον της ίδιας της ευρωπαϊκής προοπτικής. Σε κάθε περίπτωση, στρατηγική μας επιδίωξη είναι η ήττα και η ανατροπή της Ε.Ε. ως υπερεθνικής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης χωρών και η συγκρότηση μιας νέας ενοποιημένης προοδευτικής και σοσιαλιστικής Ευρώπης από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια, ως δύναμης καταπολέμησης του ιμπεριαλισμού και ως δύναμης για την ειρήνη, τη σταθερότητα, τη δικαιοσύνη και την προστασία του περιβάλλοντος σε όλο τον κόσμο.

Παραθέτουμε, στη βάση αυτών των παραδοχών, ενδεικτικά και προς συζήτηση δεκατρείς κατευθύνσεις πολιτικών και μέτρων ως θεμελιώδες προγραμματικό περιεχόμενο μιας έκτακτης προοδευτικής διεξόδου της χώρας μας από την κρίση.

ΠΡΩΤΟΝ: άμεση αμφισβήτηση και ακύρωση των Συνθηκών πάνω στις οποίες στηρίζεται η Ε.Ε. και ειδικότερα η ΟΝΕ.

Στο πλαίσιο αυτό διεκδικούμε κατά προτεραιότητα την άμεση κατάργηση του Συμφώνου Σταθερότητας της Ε.Ε. και σε πρώτη φάση ζητάμε την επ’ αόριστον αναστολή εφαρμογής του για τη χώρα μας.

Αν δεν καταργηθεί ή τουλάχιστον δεν ανασταλεί η εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας της Ε.Ε. σε σχέση με τη χώρα μας, είναι αδύνατη μια προοδευτική διέξοδος από την κρίση.

ΔΕΥΤΕΡΟΝ: Αγωνιζόμαστε σε πρώτη φάση, ώστε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να τεθεί υπό άμεσο πολιτικό έλεγχο και να αλλάξει ριζικά τον προσανατολισμό της, για να θέσει ως κύριες προτεραιότητες των πολιτικών της την ανάπτυξη, τη σύγκλιση χωρών και περιφερειών και την πλήρη απασχόληση, στο πλαίσιο διεθνών πολιτικών και παρεμβάσεων κατά του νομισματικού «ιμπεριαλισμού», για τη διεθνή νομισματική σταθερότητα με όρους δικαιοσύνης για όλες τις χώρες και οικονομίες του πλανήτη.

Σε αυτό το πλαίσιο διεκδικούμε τη διαμόρφωση της ενιαίας νομισματικής πολιτικής της Ε.Ε. με δημιουργική ευελιξία, έτσι ώστε η Κεντρική Τράπεζα σε κάθε χώρα μέλος να διαθέτει σχετική αυτονομία και να παρεμβαίνει λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές οικονομικές ιδιομορφίες, τον οικονομικό κύκλο και τα ιδιαίτερα προβλήματα της συγκυρίας.

Διεκδικούμε άμεσα τη δυνατότητα της ΕΚΤ να δανειοδοτεί με ειδικούς προνομιακούς όρους, ανάλογους, τουλάχιστον, με εκείνους που χορηγεί ρευστότητα στις εμπορικές τράπεζες (σήμερα με επιτόκιο 1%!), τις χώρες μέλη που εμφανίζουν ειδικές οικονομικές δυσκολίες και δοκιμάζονται με δυσανάλογο κόστος δανεισμού και κερδοσκοπικές πιέσεις.

Διεκδικούμε, με τους ως άνω όρους, άμεση έκτακτη δανειοδότηση της χώρας μας από την ΕΚΤ ως απόλυτα αναγκαία για να δοθεί μια «ανάσα» στην ελληνική οικονομία και τη στοιχειώδη στήριξη του ελληνικού λαού.

Η ιστορική καταλήστευση της χώρας με τοκογλυφικά επιτόκια δεν μπορεί να συνεχιστεί, όπως δεν είναι δυνατόν να εκλιπαρούμε στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και την Ουάσιγκτον για να μετριασθεί απλώς η έκταση και το βάθος της ληστείας, με αντίτιμο, μάλιστα, νέους αντικοινωνικούς όρους και τον «νεοαποικιακό» έλεγχο της χώρας από το ΔΝΤ ή την Ε.Ε. ή και τους δύο από κοινού.

Αν η ΕΚΤ, κατά τα ως άνω, ή άλλες ισοδύναμου αποτελέσματος ευρωπαϊκές παρεμβάσεις δεν εξασφαλίσουν «αξιοπρεπείς» όρους δανεισμού χωρίς όρους και «δεσμεύσεις», θα πρέπει να τεθούν υπό συζήτηση και εξέταση μια σειρά από άλλες εναλλακτικές «λύσεις» μεταξύ των οποίων τη ρύθμιση του χρέους, ή την επαναδιαπραγμάτευσή του κλπ.

ΤΡΙΤΟΝ: Αγωνιζόμαστε για την άμεση ακύρωση του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης και των συναφών κατεδαφιστικών κυβερνητικών πακέτων μέτρων που ακολούθησαν την έγκρισή του και το οποίο διαμορφώθηκε κατ’ επιταγή του Συμφώνου Σταθερότητας της Ε.Ε.

Η απόπειρα να συμμορφωθεί η χώρα με τις προβλέψεις του Συμφώνου Σταθερότητας της Ε.Ε. και να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα από το 12,7% του ΑΕΠ σήμερα, κάτω από το 3%, σε τρία χρόνια, όχι μόνο είναι ανέφικτη, αλλά και θα οδηγήσει τη χώρα σε καταστάσεις οικονομικής και κοινωνικής ερημοποίησης.

Η χώρα, αντί του Προγράμματος Σταθερότητας, -στην πραγματικότητα αποσταθεροποίησης- χρειάζεται επειγόντως για να βγει από την κρίση με ένα έκτακτο πρόγραμμα προοδευτικής ανασυγκρότησης.

ΤΕΤΑΡΤΟΝ: Θέτουμε υπό συζήτηση και προωθούμε ένα στρατηγικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων για την αναδιοργάνωση και ανασυγκρότηση του κράτους, με στόχο ένα νέο σύγχρονο, αποδοτικό κρατικό μηχανισμό, ικανό να καταστήσει το δημόσιο ένα αξιόπιστο και αποτελεσματικό εργαλείο ανάπτυξης και κοινωνικής συνεισφοράς.

Βάζουμε άμεσα τέρμα σε κάθε μορφής πελατειακές-ρουσφετολογικές σχέσεις και αποκαθιστούμε πλήρως την αξιοκρατία, την απόλυτη διαφάνεια και τον κοινωνικό έλεγχο σε όλες τις κρατικές λειτουργίες και τις δημόσιες υπηρεσίες.

Ένα νέο σύγχρονο, δημοκρατικό, αντιγραφειοκρατικό, αποτελεσματικό και υπό κοινωνικό έλεγχο κράτος, μαζί με ένα σύγχρονο και αποδοτικό ευρύτερο δημόσιο τομέα, καθίστανται θεμελιώδεις ατμομηχανές μιας νέας αναπτυξιακής παραγωγικής προσπάθειας με βαθύ κοινωνικό και οικολογικό περιεχόμενο.

ΠΕΜΠΤΟΝ: Διεκδικούμε την αναδιαμόρφωση και τον επαναπροσανατολισμό των δαπανών του προϋπολογισμού και την κατοχύρωση της πλήρους και απόλυτης δημοσιονομικής διαφάνειας με στόχο να αποκτήσει ο προϋπολογισμός –τόσο ως σύνολο όσο και τα επί μέρους κονδύλια του- το μέγιστο δυνατό και μετρήσιμο αναπτυξιακό, παραγωγικό και κοινωνικό αποτέλεσμα.

Προτείνουμε μια μεγάλη αύξηση και τον ποιοτικό επαναπροσανατολισμό του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), έτσι ώστε να καταστεί κεντρικός μοχλός για την αναπτυξιακή, παραγωγική ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας.

Το ΠΔΕ από πρόγραμμα «τσιμέντου» και «ασφάλτου» μετατρέπεται σε πρόγραμμα ενίσχυσης κατά προτεραιότητα άμεσων παραγωγικών επενδύσεων και τομεακών πολιτικών.

Πρώτη προτεραιότητα του προϋπολογισμού γίνεται η μεγάλη αύξηση και ποιοτική αναβάθμιση με μετρήσιμα αποτελέσματα των κονδυλίων της Παιδείας, της έρευνας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και της καινοτομίας.

ΈΚΤΟΝ: Αμφισβήτηση των επιλογών της απελευθέρωσης των αγορών και της «ελεύθερης κίνησης» κεφαλαίων, ιδιαίτερα των κερδοσκοπικών κεφαλαίων, στο πλαίσιο της Ε.Ε. Άμεση ακύρωση σε πρώτη φάση της απελευθέρωσης των αγορών σε κρίσιμους επιλεγμένους κλάδους της οικονομίας (π.χ. χρηματοπιστωτικός, ενέργεια, ναυπηγεία, κλωστοϋφαντουργία κλπ) και άμεσος έλεγχος στην κίνηση, ιδιαίτερα των κερδοσκοπικών κεφαλαίων από και προς τη χώρα μας. Αποτελεσματικός έλεγχος της δράσης των καρτέλ και της ασυδοσίας των πολυεθνικών εταιριών.

Τα ως άνω μέτρα θα καταστήσουν ρεαλιστική την απόλυτα αναγκαία ανάπτυξη ειδικών κλαδικών παραγωγικών πολιτικών σε κρίσιμους στρατηγικούς τομείς της οικονομίας ή τομείς που διαθέτουμε συγκριτικό πλεονέκτημα, με στόχους τη σύγχρονη παραγωγική αναδιάρθρωση και ανασυγκρότηση της οικονομίας και την ενίσχυση της απασχόλησης.

Βασικό στοιχείο της παραγωγικής αναδιάρθρωση είναι ο «οικολογικός μετασχηματισμός» της παραγωγικής βάσης, με ανάπτυξη της «πράσινης οικονομίας» στον τομέα της ενέργειας και ιδιαίτερα των ανανεώσιμων πηγών (ΑΠΕ), στις κατασκευές, μεταφορές, παραγωγή «καθαρών» προϊόντων, ανάπτυξη βιοκαλλιεργειών, ενίσχυση δασών, χωροταξικό και περιφερειακό σχεδιασμό, κά.

ΈΒΔΟΜΟΝ: Το δημόσιο και η κοινωνία παίρνουν στα χέρια τους το κρισιμότερο εργαλείο, άσκησης μιας προοδευτικής αναπτυξιακής προοπτικής, το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Προωθούμε μια στρατηγική πλήρους δημόσιου ελέγχου των τραπεζών και της χρηματοπιστωτικής αγοράς με στόχο την ανάπτυξη νέων χρηματοπιστωτικών πολιτικών με αποκλειστικά αναπτυξιακά και κοινωνικά κριτήρια.

Καταργείται η ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε. ως όργανο των Τραπεζών και αντικαθίσταται από μια δημόσια υπηρεσία που λειτουργεί με κοινωνικά και αναπτυξιακά κριτήρια.

ΌΓΔΟΟΝ: Βάζουμε τέλος στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων αλλά και των ΣΔΙΤ. Προωθούμε σταδιακά μια στρατηγική ανάκτησης από το δημόσιο –με νέους προοδευτικούς όρους ανάπτυξης, ανασυγκρότησης, επενδύσεων και αποτελεσματικότητας και με όρους κοινωνικού ελέγχου, διαφάνειας και κοινωνικής εξυπηρέτησης- των πιο κρίσιμων στρατηγικών κλάδων και επιχειρήσεων της οικονομίας (π.χ. ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, κοινωφελή αγαθά και υπηρεσίες, συγκοινωνίες, υποδομές, λιμάνια κλπ)

Ένας νέος ευρύτερος, ανασυγκροτημένος, αντιγραφειοκρατικός, αποτελεσματικός και υπό κοινωνικό έλεγχο δημόσιος τομέας γίνεται το πλέον ισχυρό και αξιόπιστο εργαλείο για την αναπτυξιακή, παραγωγική, κοινωνική και οικολογική αναγέννηση της χώρας.

ΈΝΑΤΟΝ: Προωθούμε μια μεγάλη φορολογική μεταρρύθμιση για ένα δίκαιο, απλό, εύληπτο, αναπτυξιακό φορολογικό σύστημα και για τον δραστικό περιορισμό της φοροδιαφυγής και μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης μισθωτών και συνταξιούχων.

Πρώτα βήματα αυτής της μεταρρύθμισης είναι η κατάργηση της ουσιαστικής φορολογικής ασυλίας του μεγάλου κεφαλαίου, των μεγάλων κερδών, μεγάλων εισοδημάτων και μεγάλων περιουσιών και ειδικότερα η κατάργηση των ειδικών φορολογικών καθεστώτων μεταξύ των οποίων του εφοπλιστικού κεφαλαίου, της μεγάλης ακίνητης περιουσίας, καθώς και της εκκλησιαστικής περιουσίας.

ΔΕΚΑΤΟΝ: Ακολουθούμε μια νέα στρατηγική για τη στήριξη και αναβάθμιση μισθών και συντάξεων, για την καταπολέμηση της ανεργίας και την πλήρη απασχόληση, για την κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων και διατάξεων που προωθούν την επισφάλεια, για ασφαλείς και σταθερές σχέσεις εργασίας, για την κατάργηση όλων των αντιασφαλιστικών νόμων από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας έως σήμερα, για τη στήριξη και αναβάθμιση του ασφαλιστικού συστήματος και του δημόσιου, κοινωνικού και αναδιανεμητικού χαρακτήρα του.

ΕΝΔΕΚΑΤΟΝ: Προωθούμε μια στρατηγική στήριξης, με σειρά άμεσων μέτρων, των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, των μικρών και πολύ μικρών επαγγελματιών και βιοτεχνών.

Θέτουμε ουσιαστικούς δραστικούς φραγμούς που φτάνουν ως την απαγόρευση σε πολλές περιοχές της χώρας (αναγόρευση σε κορεσμένες), για την αδειοδότηση και τον τρόπο λειτουργίας των πολυεθνικών εμπορικών αλυσίδων, των πολυκαταστημάτων και των μεγάλων εμπορικών κέντρων, των οποίων η εξάπλωση πνίγει την εγχώρια παραγωγή, ιδιαίτερα των εγχώριων βιοτεχνικών επιχειρήσεων, ενώ διαλύει τις τοπικές, συνοικιακές και δημοτικές αγορές.

Προσανατολίζουμε διαφορετικά το δημόσιο χρηματοπιστωτικό σύστημα με βασική κατεύθυνση τη θετική χρηματοδοτική αντιμετώπιση και τη στήριξη με ευνοϊκούς όρους των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.

ΔΩΔΕΚΑΤΟΝ: Στηρίζουμε τη μικρομεσαία αγροτιά της χώρας μας και την αγροτική παραγωγή, σε μια ώρα που περιθωριοποιούνται και ο μικρομεσαίος αγρότης, ιδιαίτερα ο νέος, τείνει να γίνει μουσειακό είδος.

Απορρίπτουμε την απαράδεκτη σημερινή ΚΑΠ και αγωνιζόμαστε για μια νέα που θα διασφαλίζει ελάχιστες τιμές και τη στήριξη ιδιαίτερα των μικρότερων κλήρων και των ελλειμματικών για την Ε.Ε. προϊόντων του Ευρωπαϊκού Νότου.

Προωθούμε την ανασυγκρότηση και την ποιοτική και οικολογική αναδιάρθρωση της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής με επώνυμα, τυποποιημένα, πιστοποιημένα, ασφαλή και υγιεινά αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Είμαστε κατά των «μεταλλαγμένων» προϊόντων και ζητάμε την άμεση εφαρμογή του Πρωτοκόλλου Καρθαγένης για τη βιοασφάλεια.

Προωθούμε ένα νέο, σύγχρονο, αποδοτικό, προοδευτικό συνεταιριστικό κίνημα και νέους δημοκρατικούς, αντιγραφειοκρατικούς συνεταιρισμούς που θα λειτουργούν με απόλυτη διαφάνεια και έλεγχο και οι οποίοι θα αναλάβουν κεντρικό ρόλο από την παραγωγή, την έρευνα, την τυποποίηση, τη μεταποίηση ως την εμπορία και τη διάθεση των αγροτικών προϊόντων.

ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ: Προωθούμε άμεσα τη ριζική μείωση των εξοπλιστικών δαπανών οι οποίες δεν έχουν σχέση με άμεσες πραγματικές εθνικές αμυντικές ανάγκες. Διακόπτουμε πλήρως όλες τις εξοπλιστικές δαπάνες που έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με Νατοϊκές προδιαγραφές και προγραμματισμούς ή πελατειακές σχέσεις με τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές χώρες.

Αποσύρονται άμεσα όλα τα στρατιωτικά τμήματα της χώρας που εκτελούν αποστολές στο εξωτερικό και πρώτα απ’ όλα όσα μετέχουν (πεζικό, αεροπορία, ναυτικό) στους βρώμικους ιμπεριαλιστικούς πολέμους στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, στις επιχειρήσεις στον Κόλπο, τις λεγόμενες  «αντιτρομοκρατικές» επιχειρήσεις στη Μεσόγειο, ή τις λεγόμενες «ειρηνευτικές» αποστολές στα Βαλκάνια.

Προωθούμε μια στρατηγική αποχώρησης της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ και διάλυσης του τελευταίου, ενώ οργανώνουμε την απομάκρυνση όλων των ξένων στρατιωτικών βάσεων από τη χώρα, Νατοϊκών ή αμερικάνικων. Προτείνουμε και παλεύουμε για την αποπυρηνικοποίηση και την ευρύτερη αποστρατιωτικοποίηση των Βαλκανίων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

8. Ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ,  ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΤΟΥ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

Η  ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα και κυρίως η νεοφιλελεύθερη φάση  εξέλιξης του,  έχει  διαφοροποιήσει την κοινωνική δομή της χώρας έχει αναπροσαρμόσει τις συμμαχίες  της αστικής τάξης  και τους όρους διαιώνισης της κυριαρχίας της. Η  οικονομική κρίση δημιουργεί, επιπρόσθετα,  νέα  εκρηχτικά δεδομένα.

Η στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου για ένταξη στο  ΕΥΡΩ με τους όρους και τις προϋποθέσεις που το ίδιο επιθυμούσε, όσο και η  τέλεση των ολυμπιακών αγώνων, μπορεί να αποτέλεσαν νέες ευκαιρίες για κερδοφόρα δράση του κεφαλαίου, πλην όμως στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο που πραγματοποιήθηκαν, οδήγησαν στην περαιτέρω στρέβλωση του μοντέλου ανάπτυξης, αποδιάρθρωσαν την εργασία και τα κοινωνικά δικαιώματα, ενίσχυσαν τον εξαρτημένο χαραχτήρα του ελληνικού καπιταλιστικού σχηματισμού και υποθήκευσαν το μέλλον της χώρας.

Η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και οι επιπτώσεις της, οι αλλαγές στην  τεχνολογική βάση και στην οργάνωση  της παραγωγής και της εργασίας  σε συνδυασμό με τα παραπάνω οδήγησαν σε σημαντικές αλλαγές  στο εσωτερικό των κυρίαρχων και κυριαρχούμενων τάξεων. Σήμερα  στη φάση της κρίσης που διανύουμε, εφαρμόζεται ένα σχέδιο ανασυγκρότησης του καπιταλισμού στη χώρα μας με προϋποθέσεις που υποσκάπτουν πλήρως,  ακόμη και το υπάρχον εξαιρετικά αδύναμο επίπεδο αμοιβών και όρων αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης.

Στα πλαίσια της αστικής τάξης ενισχύθηκε σημαντικά η μερίδα της που συνδέεται με το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και αυτό που έχει δεσμούς με το πολυεθνικό κεφάλαιο που δραστηριοποιείται σε ευρωπαϊκή βάση. Ενισχύθηκε επίσης η παρουσία του διεθνικού κεφαλαίου (εξαγορά επιχειρήσεων και δημιουργία εμπορικών αλυσίδων) και ιδίως με τη μορφή βραχυπρόθεσμων (κερδοσκοπικών) κεφαλαίων. Ταυτόχρονα σημαντικά ελληνικά κεφάλαια επενδύθηκαν στα Βαλκάνια και τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, αξιοποιώντας το χαμηλό κόστος και τους καλύτερους όρους κερδοφορίας τους. Η δραστηριότητα αυτή του ελληνικού κεφαλαίου, δεν διαφοροποιεί αλλά αντίθετα υπογραμμίζει τον άνισο σε σχέση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης, στρεβλό και εξηρτημένο χαραχτήρα ανάπτυξης της χώρας μας

Η μισθωτή εργασία αυξήθηκε  αριθμητικά (ανέρχεται περίπου στα 2/3 του ενεργά οικονομικά πληθυσμού), το μορφωτικό επίπεδο και ο ρόλος της έχει ενισχυθεί, αλλά έχει υποστεί ουσιώδεις εσωτερικές αλλαγές. Σημαντική μερίδα  από τα μεσαία στρώματα και την μικρή αγροτιά έχει περάσει στις γραμμές της μετά την «προλεταριοποίηση» του. Η βιομηχανική εργατική τάξη έχει υποστεί σημαντική μείωση, στο δημόσιο τομέα έχει συρρικνωθεί  τουλάχιστον όσον αφορά τους σταθερά απασχολούμενους,  ενώ έχει αυξηθεί θεαματικά στον τριτογενή τομέα. Το ανειδίκευτο και χαμηλής ειδίκευσης τμήμα της εργατικής τάξης έχει υποκατασταθεί  από μετανάστες οι οποίοι εργάζονται κυρίως στην οικοδομή, στις βοηθητικές οικιακές εργασίες, στην κλωστοϋφαντουργία και στην αγροτική παραγωγή. Τέλος η νέα γενιά ελλήνων εργαζομένων παρότι έχει καλύτερα εφόδια, εντάσσεται με σημαντική καθυστέρηση και με χειρότερους όρους στην παραγωγή, με εξαιρετικά άδηλο το μέλλον της.

Η εργατική τάξη της χώρας μας που αποτελεί και το συντριπτικό ποσοστό της μισθωτής εργασίας, έχει χαμηλό βαθμό οργάνωσης, είναι στο μεγαλύτερο μέρος της κατακερματισμένη λόγω του μεγάλου αριθμού εργαζομένων σε μικρές επιχειρήσεις, αμείβεται εξαιρετικά χαμηλά σε σχέση με την εργατική τάξη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η παραδοσιακή αλληλεγγύη της ελληνικής οικογένειας και τα έσοδα από αγροτικές και άλλες συμπληρωματικές δραστηριότητες (δεύτερη εργασία), απορροφούν σε μεγάλο βαθμό τους κραδασμούς που προκύπτουν από το χαμηλό μέσο εισόδημα. Η γυναικεία απασχόληση έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά υπολείπεται σημαντικά από το αντίστοιχο ποσοστό απασχόλησης στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι γυναίκες εργαζόμενες υφίστανται μεγαλύτερη εκμετάλλευση  αφού απασχολούνται σε υποβαθμισμένες θέσεις εργασίας και στη μαύρη ζώνη της επισφάλειας.

Σταδιακά  κατά την διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών, έχουν προκληθεί σημαντικές αλλαγές εντός της εργατικής τάξεις, λόγω διαφοροποίησης των συνθηκών εργασίας, ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, περιοριστικής πολιτικής μισθών, εξάρτηση από δάνεια στις τράπεζες, αύξηση της ανεργίας, διαχωρισμούς ασφαλιστικών δικαιωμάτων, κά. Αυξήθηκε επίσης ο βαθμός εκμετάλλευσης και οι μορφές συγκάλυψης της. Ο κατακερματισμός επί μέρους συμφερόντων, ο ατομισμός, η ένταση της ιδεολογικής παρέμβασης κυρίως των μέσων ενημέρωσης,  η συμβιβαστική στάση των γραφειοκρατικών ηγεσιών των συνδικάτων, κά, έχουν δυσκολέψει εξαιρετικά τους όρους άσκησης της ταξικής πάλης. Σοβαρά προβλήματα εμφανίζονται στο παραδοσιακό κομμάτι της βιομηχανίας, στο χώρο της επισφάλειας και τη ζώνη της ανεργίας, όπου λόγω έντονων προβλημάτων επιβίωσης και ανασφάλειας, αναγκάζουν πολλούς εργαζόμενους να διολισθαίνουν εύκολα σε αντιπαραθέσεις μεταξύ τους (κοινωνικός αυτοματισμός) και να βλέπουν ως εχθρό όχι το κεφάλαιο και το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά τον διπλανό τους που έχει σταθερή εργασία ή τον οικονομικό μετανάστη. Τα φαινόμενα αυτά θα ενταθούν στο άμεσο μέλλον λόγω της κρίσης και θα αξιοποιηθούν από την κυβέρνηση, η οποία προσπαθεί να αποκρύψει την ταξικότητα των επιλογών της.

Ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ,  πρέπει να ενισχύσουν τις κοινωνικο-ταξικές τους αναφορές, να εκφράσουν πιο ουσιαστικά τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, των νέων μισθωτών στρωμάτων, αλλά και της μικρής και μεσαίας αγροτιάς, καθώς των αυτοαπασχολουμένων, των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων και της νεολαίας.

Η αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης απαιτεί μια ολοκληρωμένη ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση στην εργατική τάξη, την ισχυροποίηση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, ώστε να αποκτήσει η εργατική τάξη συνείδηση των δυνατοτήτων της, του ρόλου της και της προοπτικής της σε αντιπαράθεση με το καπιταλιστικό σύστημα.

Η κατάσταση αυτή επιβάλλει τον συνολικό επαναπροσανατολισμό του κόμματος  στην ιδεολογικοπολιτική δουλειά στην εργατική τάξη, καθώς και σε όλα τα εργαζόμενα στρώματα. Κεντρικός και άμεσος στόχος μας το επόμενο διάστημα όπου θα εκδηλωθούν με τραγικό τρόπο οι δραματικές συνέπειες της οικονομικής κρίσης, είναι ο γενικός ξεσηκωμός των εργαζομένων σε πλήρη αντιπαράθεση με τις εφαρμοζόμενες νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Για να υπάρξει αυτή η εξέλιξη πρέπει να αρθούν τα εμπόδια  που αδρανοποιούν τους εργαζόμενους. Να αποκαλυφθεί ο χαραχτήρας των κυβερνητικών μέτρων  που είναι  κοινωνικά άδικα, βαθιά ταξικά και αναποτελεσματικά. Να διαλυθούν οι φόβοι και η παραπλάνηση για την δήθεν αναγκαιότητά τους. Να αποκρουστούν ρατσιστικές συμπεριφορές, τυφλές αντιδράσεις και κοινωνικοί αυτοματισμοί. Να ενταχθούν οι όποιες αυθόρμητες και σποραδικές κινητοποιήσεις σε ένα σχέδιο μεγάλων κινητοποιήσεων, για την ανατροπή αυτών των πολιτικών και την προώθηση εναλλακτικών λύσεων.

9. Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ  ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ

Το μαζικό κίνημα στη χώρα μας, ιδίως το συνδικαλιστικό κίνημα της εργατικής τάξης  έχει μια μακρά αγωνιστική παράδοση, παρά το γεγονός ότι  επλήγει  με διάφορους τρόπους από τις κυβερνήσεις και το κεφάλαιο που πήραν τον χαραχτήρα εξόντωσης συνδικαλιστικών στελεχών σε ανώμαλες συνθήκες, μέχρι τον αυταρχισμό και την εξαγορά. Παρόλα αυτά το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα στάθηκε όρθιο, κρατήθηκε ενωμένο, αγωνίστηκε. Καθοριστικό στήριγμα στην ανάπτυξή του, ήταν η δράση της  Αριστεράς στο σύνολό της  που ασκούσε σημαντική επιρροή στην εργατική τάξη. Σοβαρή αρνητική εξέλιξη αποτέλεσε η κατοχύρωση του  ηγεμονικού ρόλου του συνδικαλιστικού ΠΑΣΟΚ με όρους υποταγής στις επιλογές της κυβέρνησης που υπονόμευσε τον ταξικό και αγωνιστικό του χαραχτήρα, οδήγησε σε συνεργασία με τους συνδικαλιστές της ΝΔ και σε μια μετάλλαξη του ελληνικού εργατικού κινήματος, κακέκτυπο αντίγραφο του δεξιού ρεφορμισμού στην Ευρώπη. Η κατάσταση αυτή υποβοηθήθηκε αντικειμενικά από την διάσπαση της Αριστεράς  και την  διαχωριστική γραμμή που επέλεξαν οι δυνάμεις του ΚΚΕ και την οποία τραβά μέχρι τα άκρα με την σημερινή του  τακτική..

Σταδιακά αυτές οι μεταβολές στον χαραχτήρα του κινήματος που αφορούν την  στάση της ηγεσίας τους, μεταφέρθηκαν μέχρι την βάση, απέκτησαν πολλές φορές εκφυλιστικό χαραχτήρα και διασταυρώθηκαν με τις αντικειμενικές αλλαγές που επέφερε η πολιτική του νεοφιλελευθερισμού, στην  θέση και την συνείδηση των εργαζομένων.

Σήμερα η  κατάσταση επιβαρύνεται δραματικά από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, η οποία κινδυνεύει να καταστεί μια νέα ευκαιρία  για τον νεοφιλελευθερισμό, να ξεμπλέξει μια και καλή με το εργατικό κίνημα. Να πετύχει δηλαδή σε περίοδο κρίσης αυτό που δεν μπόρεσε να πετύχει στην περίοδο της αλματώδους ανάπτυξής του. Διότι   αφού το κίνημα αποδυναμώθηκε όλη την προηγούμενη περίοδο, σήμερα είναι πολύ ευάλωτο να δεχτεί την χαριστική βολή.

Κεντρικό ζήτημα στην πολιτική μας είναι η αγωνιστική ανασυγκρότηση των συνδικάτων, ώστε να ανακτήσει με σύγχρονους όρους τον ταξικό και αγωνιστικό του χαραχτήρα. Η δράση μας προς αυτή την κατεύθυνση δεν υπονοεί σε καμία περίπτωση την υποκατάσταση του με μια άλλης μορφής κομματική χειραγώγηση.

Οι εργατικοί θεσμοί  όπως συγκροτήθηκαν με την μορφή των συνδικάτων,  πρέπει να έχουν την αυτονομία τους, τις εσωτερικές τους δημοκρατικές διαδικασίες, την γνησιότητα στην καταγραφή των συσχετισμών στις ηγεσίες τους. Αν αυτά παραβιάζονται τότε η προσπάθεια για  την αποκατάστασή τους  δεν θα γίνει από τα έξω αλλά από τα μέσα.

Στις σημερινές συνθήκες  που οι ηγεσίες των συνδικάτων δεν παίζουν τον ρόλο τους  πρέπει  να ενταθούν οι προσπάθειες για:

Αλλαγή  με ριζικό τρόπο του συσχετισμού των δυνάμεων.

Οργάνωση μαζικών αγώνων  για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης

Μαζικοποίηση  των συνδικάτων ιδιαίτερα με την νέα γενιά εργαζομένων, τις γυναίκες και τους  οικονομικούς μετανάστες.

Η τροποποίηση των σημερινών  συσχετισμών  δεν θα προκύψει από την διατήρηση της σημερινής κατάστασης, από την  συντήρηση ενός οργανωμένου κομματιού που έχει συμβιβαστεί  με την αναπαραγωγή ενός σκληρού μηχανισμού διαμόρφωσης συσχετισμών, αλλά από το άνοιγμα των συνδικάτων στη νέα γενιά και τα  πιο καταπιεσμένα στρώματα της τάξης, στους μετανάστες, που θα επιβάλλουν το δικό τους στίγμα μέσα στα συνδικάτα.

Οι στόχοι αυτοί μπορούν να επιτευχθούν με τους εξής τρόπους

1) Με τον αναπροσανατολισμό   του κόμματος και του ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική δουλειά μέσα  στην εργατική τάξη. Αυτή η προτεραιότητα πρέπει να διαχυθεί στο σύνολο των οργανώσεων  με σχέδιο στόχους και προοπτική. Πρέπει να εξειδικευτεί σε πλάνο   προσέλκυσης στο κόμμα των πιο δραστήριων εργαζομένων, των νέων, των μεταναστών  και σε ένταση της ιδεολογικής δουλειάς. Με την ενίσχυση του ρόλου των κλαδικών οργανώσεων  και κυρίως με την οργανωτική κομματική συγκρότηση στο χώρο του ιδιωτικού τομέα και ιδιαίτερα της βιομηχανίας.

2) Με την συγκρότηση ενός μαζικού αυτόνομου, ταξικού και ενωτικού  ρεύματος μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα με κορμό  τις δυνάμεις  του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ το οποίο θα μπορεί να συσπειρώνει  και αγωνιστές  εργαζόμενους από την κοινωνική βάη του ΠΑΣΟΚ και από άλλες δυνάμεις της αριστεράς, που θα λειτουργεί με όρους δικτύου στο εσωτερικό των συνδικάτων.

3) Με την  εκπόνηση και εφαρμογή ενός σχεδίου  μαζικοποίησης των συνδικάτων. Σε αυτή την κατεύθυνση δεν μπορεί να υπάρχει ούτε ένα κομματικό μέλος του ΣΥΝ που έχει την ιδιότητα του εργαζόμενου  και είναι εκτός συνδικάτων.  Η μαζικοποίηση έχει σχέση αλλά δεν εξαντλείται σε αναγκαίες αλλαγές της δομής του συνδικαλιστικού κινήματος, ώστε να αρθούν ότι εμπόδια υπάρχουν. Η προσπάθεια αυτή για να αποδώσει πρέπει να πείθει τον κόσμο για ένταξη στα συνδικάτα όπου υπάρχουν, για την δημιουργία νέων συνδικάτων, για τη δημιουργία άτυπων θεματικών συσπειρώσεων για την επισφαλή εργασία και τους ανέργους, που θα λειτουργούν ως προθάλαμοι ένταξης στα συνδικάτα και ως ζωντανά παραδείγματα  άσκησης αγωνιστικής δράσης.

4) Με  την συγκρότηση  ενός μεγάλου αγωνιστικού  κοινωνικού μετώπου  για την αντιμετώπιση των συνεπειών της οικονομικής κρίσης. Δεδομένου ότι  βιώνουμε μια έκτακτη κατάσταση  και ταυτόχρονα την ολιγωρία των κεντρικών συνδικάτων, χωρίς να εγκαταλείπουμε την παρέμβασή μας και την πίεσή στις ηγεσίες τους, απαιτείται η ταυτόχρονη συγκρότηση αγωνιστικού μετώπου από τα κάτω, η δημιουργία ενός κινήματος μέσα στο κίνημα, με συντονισμό σωματείων με επιτροπές αγώνα, με συντονισμό δράσης της εργατικής τάξης με την μικρή αγροτιά  και τους αυτοαπασχολούμενους.

10. ΓΙΑ  ΤΗΝ  ΑΝΑΖΩΟΓΟΝΗΣΗ  ΚΑΙ  ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΕΠΑΝΑΚΑΜΨΗ  ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ

Ο ΣΥΡΙΖΑ  συνιστά   στρατηγική  επιλογή του ΣΥΝ  στα πλαίσια  του σταθερού στόχου για τη συνεργασία και κοινή δράση όλων των δυνάμεων της Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί «πολιτική συμμαχία» διαφόρων οργανώσεων, κινήσεων, συλλογικοτήτων και ανένταχτων αγωνιστών της ευρύτερης αριστεράς, που συμφωνούν στην από κοινού προώθηση των στόχων της «πολιτικής συμφωνίας» που έχουν συνομολογήσει, διατηρώντας παράλληλα την πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική τους αυτονομία. Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η ριζική ανατροπή του πολιτικού συσχετισμού δυνάμεων και ο απεγκλωβισμός ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων από την επιρροή του δικομματισμού και των διαφόρων «αναχωμάτων» του, καθώς και η τροφοδότηση ενωτικών διεργασιών στο σύνολο της Αριστεράς,  ώστε να ανοίξει ο δρόμος της συγκρότησης μιας «Μεγάλης Αριστεράς» για την προώθηση ριζοσπαστικών και προοδευτικών αλλαγών στην ελληνική κοινωνία με προοπτική το Σοσιαλισμό.

Ο ΣΥΝ πρέπει να πάρει μεγάλες ενωτικές πρωτοβουλίες ώστε ο  ΣΥΡΙΖΑ, να ανακτήσει την ελπιδοφόρα  προοπτική του, πιάνοντας το νήμα από τις καλύτερες στιγμές που ενέπνευσε και ενεργοποίησε ανθρώπους της Αριστεράς, θέτοντας κοινές προτεραιότητες με βάση τα προβλήματα που γεννά η οικονομική κρίση, συνεχίζοντας την ορμητική παρέμβασή του στις σημερινές εξελίξεις.

Σταθερή επιδίωξη του ΣΥΝ είναι η ενδυνάμωση και η διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ, η κοινή δράση και συμπαράταξη της Αριστεράς μέσα από μια πολυεπίπεδη και πολύμορφη διαδικασία, ώστε να βρίσκουν πολιτική έκφραση και πεδίο κοινής δράσης, παλιοί και νέοι αγωνιστές από την ριζοσπαστική Αριστερά, τον σοσιαλιστικό χώρο, την κομμουνιστική Αριστερά και την ριζοσπαστική Οικολογία. Η υπόθεση της ανασύνθεσης της αριστεράς είναι μια  διαδικασία του μέλλοντος και δεν πρέπει να εννοείται σαν μια διαδικασία στοιχίσεων εντός του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία πλήττει την ενότητά του και προκαλεί μια αποδιοργανωτική εσωστρέφεια. Ο ΣΥΝ πρέπει να παίξει τον ρόλο του εγγυητή της ενότητας και προοπτικής του ΣΥΡΙΖΑ.

Για να πραγματοποιηθούν όμως όλα τα παραπάνω απαιτείται άμεση υπέρβαση παθολογιών που ενυπάρχουν σε δυνάμεις της Αριστεράς  και  προκαλούν σοβαρές δυσκολίες στην λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ.

Ειδικότερα στη λειτουργία και δράση του ΣΥΡΙΖΑ διασταυρώνονται διαφορετικές εμπειρίες και κουλτούρες για το χαραχτήρα του σύγχρονου «πολιτικού υποκειμένου» της αριστεράς στον 21ο αιώνα. Αυτό είναι λογικό και θεμιτό. Όμως αυτό δεν μπορεί να οδηγεί σε μια εσωτερική διαμάχη ισχύος, σε ένα ανταγωνισμό ζυμώσεων κατά το πρότυπο λειτουργίας μαζικών χώρων.

Η πολιτική συμμαχία κινείται με βάση αυτά που ενώνουν τις διαφορετικές «συνιστώσες» και για αυτό τον λόγο οι αποφάσεις επιδιώκουμε να λαμβάνονται με συναίνεση σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας του. Ο όποιος  συναγωνισμός  επί των  ιδεών και πολιτικών, δεν πρέπει να εμποδίζει την κοινή δράση, να παραλύει την κοινή λειτουργία, να προκαλεί μια χαοτική  εικόνα σύγχυσης στο κόσμο της Αριστεράς.

Ο ΣΥΝ απορρίπτει την ιδέα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εξαντλήσει τον «ιστορικό του κύκλο», όπως επίσης και την ιδέα μετατροπής του σε ενιαίο κόμμα. Μια τέτοια εκδοχή βρίσκεται σε αντίθεση με την αφετηριακή ιδέα δημιουργίας του «χώρου διαλόγου και κοινής δράσης της αριστεράς» που γέννησε το ΣΥΡΙΖΑ και κλείνει την πόρτα σε άλλες δυνάμεις της Αριστεράς να συμμετάσχουν στο εγχείρημα. Αλλά ακόμα και να εξετάσουμε το ζήτημα με όρους «ιστορικής προοπτικής», δεν υπάρχουν στις παρούσες συνθήκες οι προϋποθέσεις μιας τέτοιας επιλογής ούτε από το ΣΥΝ ούτε από άλλες συνιστώσες. Κατά συνέπεια ο ΣΥΝ ούτε διαχέεται στον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε πιέζει για βεβιασμένες επιλογές, αλλά παρεμβαίνει ως συγκροτημένο κόμμα σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας με όλα τα στελέχη και τα μέλη του, για τη συγκρότηση «τοπικών επιτροπών» του ΣΥΡΙΖΑ παντού και την ανάπτυξη εξωστρεφούς δράσης προκειμένου να προωθήσει τους στόχους του. Παράλληλα ο ΣΥΝ διατηρεί την αυτοτελή πολιτική του παρουσία και δράση.

Με βάση τα παραπάνω ο ΣΥΝ παλεύει δραστήρια για την εφαρμογή των αποφάσεων της 3ης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του ΣΥΡΙΖΑ. Τα όποια μέτρα δημοκρατικής λειτουργίας και ενεργότερης συμμετοχής των «συλλογικοτήτων» και αγωνιστών της αριστεράς και ριζοσπαστικής Οικολογίας στις γραμμές του, δεν μπορούν να αναιρούν τον χαρακτήρα του ως «πολιτικής συμμαχίας».

Δυστυχώς η κατάσταση σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ έχει επιβαρυνθεί από τις άγονες αντιπαραθέσεις μεταξύ συνιστωσών, από την επιθετική απέναντι στον ΣΥΝ στάση πρώην ηγετικών στελεχών, αλλά και από πρακτικές στελεχών του ΣΥΝ, που είτε απαξιώνουν διαρκώς το  ΣΥΡΙΖΑ και τροφοδοτούν αντίστοιχες αντιδράσεις από «συνιστώσες», είτε από συμπεριφορές που σε αντίθεση με τις αποφάσεις του κόμματος, συνεχίζουν να δρουν με βάση την αντίληψη της τάσης τους για ενιαίο πολιτικό σχηματισμό.

Ο  ΣΥΡΙΖΑ πρέπει άμεσα να βγει από αυτή την διελκυστίνδα. Να  αποκατασταθούν σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ των συνιστωσών, να γειωθεί η δράση του περισσότερο στα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, να  αποκτήσει συλλογικότερη πολιτική λειτουργία και δραστήρια ενιαία παρέμβαση με βάση τα προβλήματα του κόσμου της εργασίας. Με βάση τα παραπάνω ο ΣΥΝ θα εργαστεί στο επόμενο διάστημα για τους εξής στόχους:

Την διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού συμβολαίου και φερέγγυας συνεννόησης  μεταξύ των συνιστωσών που θα δίνει νέα ώθηση στο ενωτικό εγχείρημα.

Την αποκατάσταση κλίματος αλληλεγγύης και συντροφικότητας μεταξύ των συνιστωσών που συναπαρτίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ

Την ενίσχυση της συλλογικότητας και εξασφάλιση αποτελεσματικής λειτουργίας της Γραμματείας και την ουσιαστική συνεργασία με την Κοινοβουλευτική Ομάδα, ώστε να μπορεί έγκαιρα και αποτελεσματικά να παρεμβαίνει στην πολιτική συγκυρία. Δημιουργία κατάλληλων υποδομών που θα επιτρέψουν να παίξει αυτόν τον ρόλο.

Την συγκρότηση και λειτουργία των τοπικών επιτροπών παντού σε όλη την Ελλάδα με βάση τα τοπικά προβλήματα και το άνοιγμά τους στα προβλήματα που απασχολούν τους εργαζόμενους και τις τοπικές κοινωνίες μακριά από τεχνητά διλήμματα γύρω από το θέμα των μητρώων και των καρτών. Το κεντρικό ζήτημα είναι η συμμετοχή όλων των μελών  του ΣΥΝ και των συνιστωσών, ανένταχτων αριστερών αγωνιστών που θέλουν να στηρίξουν τον ΣΥΡΙΖΑ, μέσα από συναινετικές διαδικασίες. Η ιδιότητα του μέλους του ΣΥΡΙΖΑ σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί την κομματική ένταξη κανενός, αφού αποτελεί, ιδιότητα μέλους πολιτικής συμμαχίας που είναι παράγωγη σχέση της κομματικής ιδιότητας.

Τα μέλη του κόμματος κινούνται ενιαία με βάση τις θέσεις του ΣΥΝ στην πολιτική συμμαχία. Οι πολιτικές κινήσεις συζητούν για την δράση του ΣΥΡΙΖΑ, χρεώνουν στελέχη του κόμματος για να βοηθήσουν την ανάπτυξη και δράση της «πολιτικής συμμαχίας». Η διαδικασία συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ σε τοπικό και κλαδικό επίπεδο δεν πρέπει να αποτρέπει, αλλά αντίθετα να ενθαρρύνει τη συμμετοχή ανένταχτων αγωνιστών της Αριστεράς (παλαιών και νέων) που θέλουν να δραστηριοποιηθούν χωρίς ενδεχομένως την οργανωτικής τους ένταξη.

Το άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ σε όλη την επικράτεια ώστε να παίξει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης, με πολιτικές πρωτοβουλίες, με στήριξη στους κοινωνικούς αγώνες.

Την δημιουργία δικτύου συσπείρωσης των δυνάμεων του  ΣΥΡΙΖΑ στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, στους αγρότες, στο κίνημα ΕΒΕ, κινήματα πόλης και πρωτοβουλίες δράσης μαζικών οργανώσεων και ενεργών πολιτών.

Την επιδίωξη συγκρότησης κοινών αυτοδιοικητικών σχημάτων στις επερχόμενες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές.

Την πλουραλιστική εκπροσώπηση του σχήματος στα «Μ.Μ.Ε.» με σεβασμό στον κοινό πολιτικό πλαίσιο που έχει συμφωνηθεί.

Ο ρόλος του ΣΥΝ στην προώθηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι καταλυτικός, υπό την προϋπόθεση της ενιαίας δημόσιας εικόνας του κόμματος στην κοινωνία.

Τέλος πρέπει να αποκατασταθεί ο σεβασμός της ιστορικότητας και της ιδιαιτερότητας κάθε «συλλογικότητας» που συμμετέχει στο ΣΥΡΙΖΑ. Να αισθανθούν ακόμα και οι πιο μικρές δυνάμεις της συμμαχίας ότι δεν παίζουν περιθωριακό ρόλο και ότι υπολογίζεται ισότιμα η άποψή τους, χωρίς όμως να αγνοείται ο υπαρκτός συσχετισμός δυνάμεων.

Η περίοδος που διανύουμε είναι δυνητικά μια  πολύ καλή περίοδος για την ριζοσπαστική  Αριστερά  και  είναι  χρέος όλων μας  να αντιστοιχηθούμε με τις ανάγκες της εποχής που χρειάζεται έναν ισχυρό ΣΥΡΙΖΑ, καλά γειωμένο στην κοινωνία, εναλλακτικό στο δικομματισμό σύστημα και των διαφόρων στηριγμάτων του, φορέα μεγάλων συσπειρωτικών διαδικασιών στο χώρο της Αριστεράς και προωθητική δύναμη ριζοσπαστικών αλλαγών ενταγμένων σε μια πορεία για τον Σοσιαλισμό του 21ου αιώνα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

11. ΔΡΑΣΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΚΟΜΜΑ  ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΦΟΔΟ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Η κρίση που αντιμετωπίζει ο ΣΥΝ, η οποία τον κρατά καθηλωμένο σε κατάσταση εσωστρέφειας και παραλυσίας, μακριά από την πραγματική πολιτική και οδηγεί σε απογοήτευση και αποστράτευση μέλη του κόμματος, δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά μόνο με οργανωτικές – καταστατικές ρυθμίσεις, εάν αυτές δεν συνοδευτούν από ριζικές αλλαγές στην συνολική λειτουργία, τον προσανατολισμό και τη δράση του κόμματος.

Η αποδιάρθρωση του οργανωτικού ιστού, τα φαινόμενα απαξίωσης των συλλογικών κομματικών οργάνων, η έκρηξη των υποκειμενισμών και των προσωπικών τακτικών σε όλα τα επίπεδα, οι άγονες και απολίτικες αντιπαραθέσεις, η γενικευμένη απογοήτευση, κά, αποτελούν συμπτώματα ενός οργανισμού, που λόγω της έλλειψης «σταθερών» αντιμετωπίζει έντονο κίνδυνο ιδεολογικής, πολιτικής, οργανωτικής αποσύνθεσης.

Συνεπώς, η αποκατάσταση και ο επανακαθορισμός των «σταθερών», που για ένα κόμμα της αριστεράς είναι πρωτίστως πολιτικές και ιδεολογικές, αποτελεί  προϋπόθεση για να ξεπεράσει ο ΣΥΝ την κρίση που δοκιμάζει τη συνοχή του.

Ο ΣΥΝ χρειάζεται να δώσει μια νέα ώθηση στη στροφή που έκανε στο  4ο συνέδριο του, να επιμείνει στην ικανοποίηση του στόχου για  ένα κόμμα των μελών του. Στην ουσία ο ΣΥΝ πρέπει να επανιδρυθεί, ανακαλύπτοντας εκ νέου την έννοια της συλλογικότητας, τις αρχές, τις αξίες και την ηθική της αριστεράς, αναπροσανατολίζοντας ριζικά τη δράση του στα μεγάλα προβλήματα και κοινωνικά μέτωπα, ενισχύοντας τις λαϊκές – ταξικές του αναφορές και την ριζοσπαστική του φυσιογνωμία.

Ο ΣΥΝ πρέπει να ενισχύσει την ιδεολογική του ταυτότητα ως κόμμα του Μαρξισμού του 21ου αιώνα. Οι θεωρητικές βάσεις του κόμματος μας έχουν βασική αναφορά στο έργο του Μαρξ και των μετέπειτα διανοητών της Αριστεράς και των επαναστατικών κινημάτων, που το εμπλούτισαν δημιουργικά με γόνιμες επεξεργασίες, χωρίς υπεραπλουστεύσεις ή εργαλειοποιήσεις.

Οι θεωρητικές – ιδεολογικές βάσεις μας δε νοούνται ως μια κλειστή κατασκευή από κατεψυγμένα δόγματα, αλλά ένα συνεκτικό και ανοικτό σύστημα αξιών, εννοιών και μεθοδολογικών εργαλείων που φιλοδοξεί όχι μόνο να εξηγήσει αλλά και να αλλάξει την κοινωνία. Που έχει μία αντίληψη της κοινωνίας και της αλλαγής της από την σκοπιά των κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων – και κυρίως της εργατικής τάξης – που υφίστανται την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Βασίζεται στις αρχές της ταξικής πάλης, της αντίθεσης κεφαλαίου – εργασίας ως βασικής αντίθεσης της καπιταλιστικής κοινωνίας χωρίς να υποτιμά τις νέες αντιθέσεις που προκύπτουν στον σύγχρονο καπιταλισμό.

Στρατηγικός στόχος του ΣΥΝ είναι η ανατροπή  των κυρίαρχων καπιταλιστικών σχέσεων και ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός, με κοινωνική ιδιοκτησία στα βασικά μέσα παραγωγής, με δημοκρατικό σχέδιο ανάπτυξης, ουσιαστική λαϊκή συμμετοχή και κοινωνική δικαιοσύνη. Μια ανώτερη κοινωνία χωρίς τάξεις και εκμετάλλευση, η οποία θα σηματοδοτεί το πέρασμα, «από το βασίλειο της αναγκαιότητας στο βασίλειο της ελευθερίας» και στη σημαία της θα γράφει, «στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του, από τον καθένα ανάλογα με τις δυνατότητες του». Μια κοινωνία που ο  Μαρξ και οι θεμελιωτές του Μαρξισμού χαρακτήρισαν ως κομουνιστική κοινωνία.

Το παραπάνω ιστορικό φορτίο αφετηριακών ιδεών, στις σημερινές συνθήκες σοβαρής κρίσης και διατάραξης της οικολογικής ισορροπίας, αποκτά μια νέα διάσταση, θα λέγαμε «οικοσοσιαλιστική». Δίπλα στην κοινοκτημοσύνη των παραγωγικών μέσων και το δημοκρατικό σχέδιο με στόχο την ικανοποίηση των αυξανόμενων κοινωνικών αναγκών, θεμελιώδης στοιχείο της ανθρώπινης δραστηριότητας αποτελεί γίνεται η περιβαλλοντική προστασία, με ριζικό μετασχηματισμό της τεχνολογικής δομής των παραγωγικών δυνάμεων, την αποκατάσταση των οικοσυστημάτων και την εξασφάλιση οικολογικής ισορροπίας.

Κάτω από το φως των νέων εξελίξεων απαιτείται μια πολύ επίμονη θεωρητική προσπάθεια, για να κατανοήσουμε την παρούσα πολύπλευρη οικονομική κρίση και τις αιτίες της, για να οικοδομήσουμε την εναλλακτική πρόταση εξόδου με προοπτική το σοσιαλισμό, αλλά και για να ανασυστήσουμε κριτικά τις ιδεολογικές μας βάσεις. Ο ΣΥΝ πρέπει να  ενισχύσει τις δομές παραγωγής νέων ιδεών, να αποκτήσει μια δημιουργική σχέση με την διανόηση και τους ανθρώπους του πολιτισμού, να ανοίξει με τόλμη την συζήτηση στις γραμμές του κόμματος για ζητήματα στρατηγικής, να οργανώσει κύκλους θεωρητικής επιμόρφωσης των στελεχών και των μελών του και να εκδώσει θεωρητικό περιοδικό. Η ενίσχυση της ιδεολογικής ταυτότητας του ΣΥΝ και η σύγχρονη θωράκιση του σοσιαλιστικού οράματος μπορεί να κινητοποιήσει εκ νέου και να ξαναδώσει έμπνευση στα μέλη μας, να δημιουργήσει νέους όρους συνειδητής στράτευσης, να κάνει το ΣΥΝ ένα κόμμα μάχιμο με μέλη ενεργά και αυτοπειθαρχημένα.

Ο ΣΥΝ είναι κόμμα βαθιά δημοκρατικό και πατριωτικό. Υπερασπίζεται τις προοδευτικές παραδόσεις του λαού μας, τη λαϊκή κουλτούρα, πνευματική κληρονομιά και πολιτιστική δημιουργία. Τάσσεται κατά των αντιδραστικών ιδεών του εθνικισμού, της πατριδοκαπηλείας, του κοσμοπολιτισμού, της ξενοφοβίας, του ρατσισμού και του φασισμού. Αγωνίζεται για τις αξίες της κοινωνικής δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, της ισότητας, της ελευθερίας, ενάντια σε κάθε μορφή εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Υπερασπίζεται τις λαϊκές ελευθερίες, τα κοινωνικά δικαιώματα και κατακτήσεις των εργαζόμενων και τιμά τις αγωνιστικές παραδόσεις του λαού μας, καθώς και τους αγώνες της Αριστεράς για καλύτερο αύριο. Ο ΣΥΝ είναι ταυτόχρονα κόμμα γνήσια διεθνιστικό, συμμετέχει δραστήρια στο Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, συμμετέχει σε πρωτοβουλίες και δράσεις με άλλα αριστερά κόμματα, εκφράζοντας τη διεθνιστική του αλληλεγγύη σε προοδευτικά και επαναστατικά κινήματα στον κόσμο, κατά του ιμπεριαλισμού, της «νέας τάξης πραγμάτων» και της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης.

Ο ΣΥΝ επιδιώκει να είναι κόμμα των πραγματικών δημιουργών του υλικού και πνευματικού πλούτου της κοινωνίας, πρώτα απ’ όλα της εργατικής τάξης που αποτελεί τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζόμενων και βιώνουν το καθεστώς της σκληρής καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Υπερασπίζεται τους μικρομεσαίους αγρότες, τους αυτοαπασχολούμενους, τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, που υφίστανται τις συνέπειες της δράσης των καρτέλ και των μεγάλων επιχειρήσεων. Βρίσκεται στην πρώτη γραμμή για τα δικαιώματα της νέας γενιάς που ο νεοφιλελευθερισμός της στερεί το μέλλον, για την ισότιμη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, για τα δικαιώματα της εργαζόμενης διανόησης, των συνταξιούχων, των οικονομικών μεταναστών και όλων των λαϊκών στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας.

Είναι  αναντικατάστατη η ζωντανή σχέση των πολιτικών κινήσεων, των στελεχών και των μελών του ΣΥΝ με τα κοινωνικά προβλήματα, η άμεση, πρόσωπο με πρόσωπο, επαφή των οργανώσεων με τους εργαζόμενους, η παρουσία των κομματικών μελών στους εργασιακούς χώρους, στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, στους μαζικούς φορείς και τους κοινωνικούς αγώνες.

Απαιτείται συστηματική οργανωτική προσπάθεια ανάπτυξης των δυνάμεων του στους εργατικούς χώρους και στις λαϊκές γειτονιές, στενότερη σχέση με το εργατικό κίνημα και τους αγώνες ενάντια στη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Ιδιαίτερο βάρος χρειάζεται να δώσει στον ιδιωτικό τομέα. Η στενότερη σύνδεση του Τμήματος Εργατικής Πολιτικής με τη Νεολαία, να συμβάλλει αφενός στον προσανατολισμό της στην εργατική δουλειά και αφετέρου στην οργανωμένη ανανέωση των συνδικαλιστικών μας στελεχών.

Είμαστε αντίθετοι με οποιαδήποτε μορφή «προεδροκεντρικού»,  αρχηγικού κόμματος ή κόμματος στελεχών και παραγόντων, που θέλουν να κάνουν καριέρα στην πολιτική ή ενός κόμματος κεντρικών τηλεοπτικών εκφωνήσεων. Πρέπει να κατοχυρωθεί στην πράξη και να αναβαθμιστεί ο ουσιαστικός πολιτικός ρόλος της ΚΠΕ του κόμματος και να μην υποκαθίσταται από εκτελεστικά ή μονοπρόσωπα όργανα (Π.Γ., Πρόεδρος). Πρέπει επίσης να ενισχυθεί ο ρόλος των τμημάτων της ΚΠΕ καθώς ο πολιτικός σχεδιασμός και η τεκμηρίωση της πολιτικής του ΣΥΝ.

Κεντρικός στόχος πρέπει να είναι η συγκρότηση κόμματος ενεργών και συνειδητών μελών, που αποτελείται από πολιτικές κινήσεις με ζωντανή και πλούσια πολιτική λειτουργία και δράση, σε σύνδεση με τα κοινωνικά προβλήματα και τις κοινωνικές δυνάμεις που εκφράζει. Το βασικό πεδίο επιτυχούς κομματικής ανασυγκρότησης είναι η Πολιτική Κίνηση, με κύριο ποιοτικό στοιχείο την ενίσχυση της εσωκομματικής δημοκρατίας, της συντροφικής αλληλεγγύης και πολύπλευρης αναβάθμισης του ρόλου του μέλους. Η διεξαγωγή εσωκομματικών δημοψηφισμάτων για κρίσιμα πολιτικά ζητήματα, οι διαδικασίες επικύρωσης και εμπλουτισμού των σχεδίων αποφάσεων των ανώτερων οργάνων, ο σεβασμός των αποφάσεων, θα συμβάλλουν καίρια στην εμπέδωση κλίματος συνοχής, πολιτικής ενεργοποίησης και αγωνιστικής προσφοράς.

Στο κόμμα μας είναι κατοχυρωμένη καταστατικά η λειτουργία των τάσεων. Οι τάσεις συνέβαλαν καθοριστικά στην αντοχή του κόμματος και στη διατήρηση της ενότητας του. Μερικές όμως φορές ορισμένες τάσεις  λειτούργησαν με όρους περιχαράκωσης και ενδοτασικής πειθαρχίας σε βάρος της ανοικτής ιδεολογικής αντιπαράθεσης και των αναγκαίων προωθητικών συνθέσεων. Ιδιαίτερα σήμερα έχει σχηματοποιηθεί στο κόμμα μια τάση ως «αντιπολιτευόμενη σε όλα μειοψηφία». Αυτό πρέπει να ξεπεραστεί, γιατί δίνει την εικόνα δυο ξεχωριστών κομμάτων στη συσκευασία του ενός ή ενός κόμματος με «χαοτική πολυγλωσσία», έλλειμμα συνοχής και πολιτικής σοβαρότητας. Η κατάσταση αυτή λειτουργεί σε βάρος της πολιτικής αποτελεσματικότητας και περιορίζει ή υπονομεύει σημαντικές πολιτικές πρωτοβουλίες, καθώς και την ενιαία δράση των μελών και στελεχών για την προώθηση των αποφάσεων του.

Οι τάσεις δεν πρέπει να καταργηθούν αλλά να λειτουργήσουν σύμφωνα με το καταστατικό ως διακριτά ρεύματα ιδεών και προγραμματικών επεξεργασιών που να συμβάλλουν σε προωθητικές και δημιουργικές συνθέσεις των διαφορετικών απόψεων. Δεν πρέπει να υποκαθιστούν τα δημοκρατικά δικαιώματα των μελών του κόμματος. Λειτουργούν ως εσωκομματική διαδικασία χωρίς λειτουργίες που να τις καταγράφουν στην κοινωνία ως «κόμμα μέσα στο κόμμα». Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνονται σεβαστές οι αποφάσεις της πλειοψηφίας, ώστε η συλλογική μας δράση να είναι αποτελεσματική.

Όσον αφορά την παρουσία του κόμματος στα ΜΜΕ χρειάζεται να εγκριθεί από το Συνέδριο ή την ΚΠΕ, κώδικας δεοντολογίας με σαφή δημοκρατικά και αξιοκρατικά κριτήρια, ώστε να διασφαλίζεται με συλλογική ευθύνη, η παρουσία των κατάλληλων συντρόφων, η στελεχική ανανέωση και κυρίως η ενιαία δημόσια εικόνα του κόμματος και η προβολή της πολιτικής του.

Το κόμμα μας πρέπει να συνδυάσει την πορεία ανασυγκρότησης και αναγέννησης του με μια επίμονη προσπάθεια ένταξης νέων μελών, με τη διοργάνωση μιας μεγάλης καμπάνιας ένταξης κυρίως εργαζομένων, αγροτών, γυναικών, μεταναστών και νέων σε ηλικία. Παράλληλα χρειάζεται συγκεκριμένη οργανωτικο-πολιτική δουλειά στους χώρους της λεγόμενης επισφαλούς εργασίας και των ανέργων και η ενίσχυση των δεσμών με νέα τμήματα της μισθωτής εργασίας.

Ο ΣΥΝ θα πρέπει να διαμορφώσει πολιτική ανάδειξης και διάταξης στελεχών όχι με κριτήρια ηλικίας, επετηρίδας ή παρέας, αλλά με βάση τις αρχές και αξίες της Αριστεράς (ανιδιοτελής προσφορά, σεβασμός στις αποφάσεις, ανάπτυξη συλλογικότητας, κριτικής και αυτοκριτικής σκέψης, βαθύ αίσθημα ευθύνης, συντροφικής αλληλεγγύης, ιδεολογικής-πολιτικής συγκρότησης, άρνησης παραγοντισμού και αριβισμού). Πρέπει με τόλμη να  αναδείξει συντρόφους που προέρχονται από την εργατική τάξη, νέα σε ηλικία στελέχη και γυναίκες  σε συνδυασμό με τα πιο πάνω αναφερθέντα κριτήρια. Πέρα από το μέτρο των ποσοστώσεων, για την ανάδειξη γυναικείων στελεχών, το κόμμα πρέπει να έχει σταθερό και μόνιμο προσανατολισμό, στην υπεράσπιση και στήριξη της ισότιμης παρουσίας των γυναικών στην κοινωνική ζωή και στην ανάδειξή τους σε θέσεις ευθύνης.

Επίσης να θεσπίσει συλλογικές διαδικασίες αξιολόγησης των στελεχών, μαζί και των επαγγελματικών και αποσπασμένων στελεχών, με βάση το βαθμό ανταπόκρισής στην προώθηση των πολιτικών του στόχων. Η επιλογή σε εκλόγιμες θέσεις στελεχών μας στη Βουλή, Ευρωβουλή, Αυτοδιοίκηση, κά, πρέπει να γίνεται με δημοκρατικές εσωκομματικές διαδικασίες σε όλο το κόμμα, με σεβασμό των καταστατικών του ρυθμίσεων.

Χρειάζεται συστηματική προσπάθεια όλων των μελών του κόμματος για ενίσχυση των οικονομικών του, ώστε να μην εξαρτιέται η λειτουργία και δράση του αποκλειστικά από την κρατική χρηματοδότηση.

Μεγάλης επίσης σημασίας ζήτημα για το ΣΥΝ, αποτελεί η ολόπλευρη στήριξη της «Νεολαίας ΣΥΝ», ώστε τα προβλήματά συνολικά της νέας γενιάς να βρίσκονται στο επίκεντρο της πολιτικής του πάλης. Οι προσπάθειες των στελεχών της Νεολαίας ΣΥΝ, έχουν φέρει θετικά αποτέλεσμα στην μαζικοποίησή της, αλλά οι ανάγκες απαιτούν ακόμη πιο μαζική οργάνωση, με πλατιά επιρροή και ακτινοβολία στην ελληνική κοινωνία. Γιαυτό χρειάζεται μεγαλύτερο βάρος στην οργανωτικής της ανάπτυξης όχι μόνο στους χώρους σπουδών, αλλά και στους χώρους εργασίας, κατοικίας και κοινωνικής δράσης. Η Νεολαία του ΣΥΝ χρειάζεται να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην ανάπτυξη του νεολαιίστικου κινήματος, με βάση τα κρίσιμα προβλήματα της ανεργίας, εργασιακής επισφάλειας, παιδείας, πολιτισμού, αθλητισμού, περιβάλλοντος κ.α.

Τέλος σε ότι αφορά τη δράση του «Αριστερού Ρεύματος», η συνεισφορά του από τη στιγμή της ίδρυσης του, ήταν καθοριστική στη ζωή του ΣΥΝ ανεξάρτητα αν ήταν στην πλειοψηφία ή στη μειοψηφία. Δεν το χαρακτήρισε ποτέ η αμυντική και μηχανιστική στάση, η περιχαράκωση και η ενδοτασική πειθαρχία. Συνέβαλε αποφασιστικά να σταθεί όρθιος ο ΣΥΝ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 απέναντι στον κίνδυνο αφομοίωσης του από τις «εκσυγχρονιστικές δυνάμεις» του κατεστημένου, όπως επίσης και την «αριστερή στροφή» στην τρέχουσα δεκαετία και ανάδειξη της ριζοσπαστικής και κινηματικής του ταυτότητας στην ελληνική κοινωνία.

Ταυτόχρονα χρειάζεται με διάθεση ειλικρινούς αυτοκριτικής να σημειώσουμε, ότι το «Αριστερό Ρεύμα» δεν κατόρθωσε πάντα, στο βαθμό που απαιτούσαν οι περιστάσεις, να παρεμβαίνει έγκαιρα ως εσωκομματική συλλογικότητα, με ιδέες και προγραμματικές επεξεργασίες στην ανάπτυξη του θεωρητικού και πολιτικού προβληματισμού στο ΣΥΝ.

Η βασική αιτία των αδυναμιών βρίσκεται κυρίως στις πιεστικές καθημερινές πολιτικές ανάγκες οι οποίες λειτούργησαν σε βάρος αυτής της απαίτησης. Παρά τις αδυναμίες, κενά και παραλείψεις, σε κάθε περίπτωση δεν συμμεριζόμαστε την άποψη, μιας ισοπεδωτικής θεώρησης του ρόλου των τάσεων στη ζωή στη ζωή του ΣΥΝ.

Το «Αριστερό Ρεύμα» εν όψει του 6ου Συνεδρίου, καταθέτει με αίσθημα ευθύνης τη συμβολή του, τόσο με τις «εκδοχές», όσο και με τη συνολική πολιτική του πλατφόρμα στον προσυνεδριακό διάλογο και θα προσπαθήσει να συμβάλλει με όλες του τις δυνάμεις να βγει ο ΣΥΝ από το έκτακτο Συνέδριο πιο ώριμος πολιτικά και οργανωτικά και πιο ισχυρός να ανταποκριθεί με επάρκεια στις απαιτήσεις και προσδοκίες του κόσμου της Αριστεράς, για ένα καλύτερο μέλλον της ελληνικής κοινωνίας.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Το έκτακτο 6ο Συνέδριο του ΣΥΝ, μπορεί και πρέπει να γίνει Συνέδριο τομής στη ζωή του, παρά τους χρονικούς περιορισμούς και τις έκτακτες συνθήκες πραγματοποίησης του. Μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για ουσιαστική και γόνιμη προσυνεδριακή συζήτηση συνδεδεμένη με εξωστρεφείς δράσεις.

Ο ΣΥΝ χρειάζεται να βγει από το Συνέδριο, πιο ενωμένος, πιο συγκροτημένος και περισσότερο γειωμένος στα προβλήματα της κοινωνίας, με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση για τον αναντικατάστατο ρόλο του στην πολιτική ζωή, φορέας ριζικών αλλαγών και σοσιαλιστικής προοπτικής. Τα μέλη του κόμματος με νηφάλιο και δημοκρατικό διάλογο, μπορούν να συμβάλλουν ώστε ο ΣΥΝ να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, ένα κόμμα μαχητικό και μαζικό, ικανό να συμβάλλει σε μια έφοδο και ανάταση της ελληνικής κοινωνίας στο μέλλον.

ΥΠΟΓΡΑΦΟΥΝ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΚΠΕ:

  1. Aμμανατίδου Λίτσα
  2. Αντωνιάδης Άλκης
  3. Βλαδιμήροβιτς Μαρία
  4. Γαβρίλης Γιώργος
  5. Δούκας Γιάννης
  6. Ήσυχος Κώστας
  7. Θεοδόση Αυγή
  8. Ιωαννίδης Ηλίας
  9. Καδόγλου Σάκης

10. Καλομοίρης Γρηγόρης

11. Καλύβης Αλέκος

12. Κριτσωτάκης Μιχάλης

13. Λαφαζάνης Παναγιώτης

14. Λεουτσάκος Στάθης

15. Μπαδογιάννης Άκης

16. Ουζουνίδου Ευγενία

17. Παπαδόγιαννη Σόφη

18. Παπαμιχαλοπούλου Μαρία

19. Παυλίδης Νίκος

20. Πετράκος Θανάσης

21. Πριμικήρης Βασίλης

22. Πρωτονοτάριιος Γιάννης

23. Σουλτανίδου Χριστίνα

24. Σπανού Δέσποινα

25. Σπηλιοπούλου Μάγδα

26. Σπύρτου Άννα

27. Στρατούλης Δημήτρης

28. Τόλιος Γιάννης

29. Φράγκου Λία

30. Χουντής Νίκος